Κύπρος: Τρύπιος έλεγχος τιμών καυσίμων – Παρεμβαίνει ο Ελεγκτής
Σύμφωνα με ειδική έκθεση ελέγχου που δημοσιοποίησε χθες η Ελεγκτική Υπηρεσία, το Μοντέλο Κοστολόγησης που χρησιμοποιεί η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή, του αρμόδιου υπουργείου, για να καθορίζει αποδεκτή χονδρική τιμή πώλησης ανά λίτρο καυσίμου από τις εταιρείες πετρελαιοειδών, επιτρέπει σε αυτές να φορτώνουν στους ανεξάρτητους πρατηριούχους κάποια από τα δικά τους έξοδα για ανέγερση και λειτουργία των ιδιόκτητων από τις εταιρείες πρατηρίων, που είναι και η πλειοψηφία. Όπως συνάγεται από την έκθεση, με αυτό τον τρόπο υπονομεύεται, με συνέργεια του ίδιου του υπουργείου, ο ανταγωνισμός μεταξύ πρατηριούχων, που θα μπορούσε να αποφέρει χαμηλότερες τιμές για τους καταναλωτές, καθώς οι ανεξάρτητοι πρατηριούχοι καλούνται να πληρώσουν και το κόστος απόσβεσης της επένδυσης των ανταγωνιστικών τους πρατηρίων, που ανήκουν στις εταιρείες εισαγωγής πετρελειοειδών, κάτι που εμποδίζει τους ανεξάρτητους να πωλήσουν σε καλύτερες τιμές και να ανταγωνιστούν από καλύτερη θέση.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία υποστηρίζει πως η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή έχει στη διάθεσή της δύο εγχειρίδια για να καταλήγει στην αποδεκτή χονδρική τιμή πώλησης, αλλά επιλέγει να αξιοποιεί μόνο το εγχειρίδιο που προβλέπει συνυπολογισμό, στα έξοδα των εταιρειών, του κόστους για τις επενδύσεις στα ιδιόκτητα πρατήρια (ακόμα και το κόστος προσωπικού σε αυτά τα πρατήρια!), αντί του εγχειριδίου που δεν περιλαμβάνει αυτό το κόστος και το οποίο εγχειρίδιο θεωρεί πιο δίκαιο για τους ανεξάρτητους πρατηριούχους η Ελεγκτική Υπηρεσία.
Όταν η Ελεγκτική ζήτησε τις θέσεις του υπουργείου για τις πιο πάνω διαπιστώσεις και παρατηρήσεις, ο γενικός διευθυντής απάντησε πως ακολουθείται η μεθοδολογία κοστολόγησης που αφορά την πλειονότητα των πρατηρίων, που είναι τα πρατήρια που ανήκουν στις εταιρείες πετρελαιοειδών. Σημείωσε, επίσης, πως το υπουργείο παρακολουθεί στενά την αγορά και, σε περίπτωση που παρατηρηθεί αύξηση στον αριθμό των πρατηρίων DODOs (ανεξάρτητα πρατήρια), τότε θα γίνουν οι αναγκαίες ενέργειες…
Όπως αναφέρεται στην έκθεση «η Ελεγκτική Υπηρεσία θεωρεί ως μη ικανοποιητική την απάντηση του υπουργείου, αφού πρόκειται περί παραδοχής ότι η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή επιτρέπει στις εταιρείες πετρελαιοειδών να χρεώνουν υπερβολικά τα μη συνδεδεμένα με αυτές πρατήρια, μετακυλίοντας σε αυτά δαπάνες των δικών τους πρατηρίων. Ουσιαστικά».
Αμέσως μετά, ο Γενικός Ελεγκτής αναφέρει το εξής: «Πρόθεσή μας είναι όπως ενημερώσουμε την Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού, αφού η πρακτική των εταιρειών πετρελαιοειδών να μετακυλίουν έξοδα των συνδεδεμένων τους πρατηρίων στα μη συνδεδεμένα, ενδεχομένως να συνιστά καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης, κατά την έννοια του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού νόμου».
Δεν επαληθεύουν τα στοιχεία των εταιρειών για το κόστος
Από άλλο σημείο της ειδικής έκθεσης προκύπτει ότι η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή δεν προβαίνει σε επαλήθευση των στοιχείων που της παραχωρούν οι εταιρείες ώστε να ελέγξει τις τιμές και να καταλήξει σε αποδεκτή κοστολόγηση. Η Ελεγκτική παραθέτει τμήμα του εγχειριδίου που χρησιμοποιεί το υπουργείο για την κοστολόγηση, βάσει του οποίου «συγκεντρώνονται τα έσοδα/έξοδα/στοιχεία ενεργητικού των εταιρειών, που θεωρείται πως σχετίζονται με την εμπορία πετρελαιοειδών. Με βάση την ανάλυση που δίνουν οι εταιρείες για τα COCOs/CODOs (πρατήρια), τα έσοδα/έξοδα/στοιχεία ενεργητικού προσαρμόζονται για να αντικατοπτρίζουν αυτά που συνδέονται με την εμπορία πετρελαιοειδών». Η Ελεγκτική ζήτησε από το υπουργείο να ενημερώσει κατά πόσο προβαίνει σε οποιονδήποτε έλεγχο της ορθότητας των συγκεκριμένων ποσών, ο οποίος να διασφαλίζει ότι η ανάλυση που ετοιμάζεται από τις εταιρείες όντως δεν συμπεριλαμβάνει έσοδα, έξοδα και στοιχεία ενεργητικού, τα οποία δεν σχετίζονται με την εμπορία πετρελαιοειδών. Ο ΓΔ του Υπουργείου απάντησε, σύμφωνα με την έκθεση, ότι δεν υπάρχει διαδικασία για τέτοιο έλεγχο στο εγχειρίδιο του συμβούλου και ότι το υπουργείο στηρίζεται στα στοιχεία που συμπληρώνουν οι εταιρείες στα λογιστικά φύλλα Excel (excel sheets), στη βάση του προηγούμενου πλαισίου αξιολόγησης. Ανέφερε επίσης ότι τυχόν ψευδείς δηλώσεις από τις εταιρείες αποτελούν ποινικό αδίκημα…
(του Χρύσανθου Μανώλη, Φιλελεύθερος)