Οι τουρκικές προκλήσεις ως εκβιαστικό χαρτί για ενέργεια και Κυπριακό
22 07 2019 | 15:45
Απειλώντας να εισβάλει στρατιωτικά σε ένα κυρίαρχο κράτος, το οποίο τυγχάνει µάλιστα να είναι και κράτος-µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης: έτσι επέλεξε να «γιορτάσει» ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τα 45 χρόνια από την τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο. Απειλώντας, δηλαδή, να επαναλάβει ένα έγκληµα το οποίο σύσσωµη η διεθνής κοινότητα καταδικάζει, υπέρ ενός ψευδοκράτους, τα δικαιώµατα του οποίου κανείς δεν αναγνωρίζει, ωσάν ταραξίας ο ίδιος και αρνητής του διεθνούς δικαίου, το οποίο παριστάνει ότι σέβεται.
Και αυτό καθώς την ίδια ώρα, στα Κατεχόµενα, εκτυλίσσονταν τα ετήσια πανηγύρια της ντροπής για την επέτειο της εισβολής, παρουσία φέτος και του αντιπροέδρου της Τουρκίας, Φουάτ Οκτάι, ο οποίος µάλιστα πρόσφατα ορίστηκε και επικεφαλής µιας νεοσυσταθείσας τουρκικής «αρχής» για τον… καλύτερο συντονισµό των υποθέσεων µεταξύ Τουρκίας και ψευδοκράτους. Στο αυτό το πλαίσιο, ο Οκτάι υπέγραψε κατά την παραµονή του στα Κατεχόµενα και µια νέα συµφωνία οικονοµικής συνεργασίας µε τις «αρχές» του ψευδοκράτους, προαναγγέλλοντας παράλληλα και τη διάθεση οικονοµικής βοήθειας από την Τουρκία ύψους 750 εκατ. τουρκικών λιρών (σχεδόν 120 εκατ. ευρώ) ενώ εγκαινίασε και ένα μουσείο στη μνήμη του ακροδεξιού Τούρκου εθνικιστή Αλπαρσλάν Τουρκές (ιδρυτή του Κινήματος Εθνικιστικής Δράσης, MHP)
«Ο τουρκικός στρατός δεν θα διστάσει, εάν υπάρξει ανάγκη, να κάνει ξανά το ίδιο βήµα που έκανε πριν από 45 χρόνια» διακήρυξε ο Ερντογάν στο µήνυµά του για την επέτειο της τουρκικής εισβολής, υπογραµµίζοντας µάλιστα µε νόηµα δύο πράγµατα: ότι ο τουρκικός στρατός «δεν θεωρεί την Κύπρο καθόλου διαφορετική από τη δική του πατρίδα» και ότι «οι Τουρκοκύπριοι αποτελούν αναπόσπαστο κοµµάτι του µεγάλου τουρκικού έθνους (büyük türk milletinin)».
Στην ίδια γραµµή και ο Τούρκος αντιπρόεδρος, Φουάτ Οκτάι, δήλωσε το περασµένο Σάββατο από τα Κατεχόµενα ότι «η Τουρκία δεν θα διστάσει να κάνει τα απαραίτητα βήµατα για να προστατεύσει τα συµφέροντα, τα δικά της και των Τουρκοκυπρίων».
Οι τουρκικές προκλήσεις, αν και ακραίες, δεν εκπλήσσουν υπό την έννοια ότι επαναλαµβάνονται κάθε χρόνο τέτοιες ηµέρες, από µια κατοχική δύναµη που επιλέγει να γιορτάζει την τουρκική εισβολή του 1974 ως «Ηµέρα ειρήνης και ελευθερίας».
Ειδικά φέτος, ωστόσο, οι τουρκικές δηλώσεις θα πρέπει να ερµηνευθούν υπό το πρίσµα όσων εκτυλίσσονται στην ενεργειακή σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου, όπου η Αγκυρα επιχειρεί να επεκτείνει την περιοχή ελέγχου της διά της ισχύος.
Για πρώτη φορά φέτος η Τουρκία «γιορτάζει» την εισβολή όχι µόνο µε στρατεύµατα στα Κατεχόµενα (όπου συνεχίζει να διατηρεί περί τους 40.000 στρατιώτες) αλλά και µε δύο πλωτά γεωτρύπανα εντός της κυπριακής ΑΟΖ: το «Fatih» στα δυτικά και το «Yavuz» στα ανατολικά. Προκειµένου να δικαιολογήσει µάλιστα τις ποιοτικά αλλά και ποσοτικά αναβαθµισµένες επεκτατικές κινήσεις της, η Αγκυρα διαµηνύει ότι έτσι υπερασπίζεται τα δικαιώµατα των Τουρκοκυπρίων.
Έρχεται συνάντηση Αναστασιάδη – Ακιντζί και στο βάθος… Πενταμερής
«Συµπτωµατικά», ακριβώς το ίδιο ισχυριζόταν και το 1974. Και όταν βρεθεί κανείς να την κατηγορήσει ότι δεν επιθυµεί τον διάλογο, τότε η Τουρκία σπεύδει να βρει «κάλυψη» πίσω από προσχηµατικές (και νοµιµοποιητικές της κατοχής) τουρκικές προτάσεις συνδιαχείρισης του κυπριακού ενεργειακού προγράµµατος, όπως ήταν εκείνες που είχαν κάνει το 2011 ο Ντερβίς Ερογλου και προ εβδοµάδων ο Μουσταφά Ακιντζί. Το Κυπριακό, πάντως, επιστρέφει πια σε τροχιά… επανέναρξης διαπραγµατεύσεων, στη σκιά και των ενεργειακών εξελίξεων. Αναστασιάδης και Ακιντζί αναµένεται να έχουν µια άτυπη συνάντηση µέσα στις επόµενες περίπου τρεις εβδοµάδες, προκειµένου έτσι να ανοίξει ο δρόµος και για µια νέα, άτυπη πενταµερή διάσκεψη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, µε τη συµµετοχή των δύο κοινοτήτων, των τριών εγγυητριών δυνάµεων (που είναι η Ελλάδα, η Τουρκία και η Βρετανία) και την ΕΕ σε ρόλο παρατηρητή.
Αυτό που µένει να φανεί είναι πάνω σε ποια βάση θα επιχειρηθεί η επανεκκίνηση. Η Κυπριακή ∆ηµοκρατία θέλει να συνεχίσει από εκεί που έµεινε στο Κραν Μοντανά µε στόχο µια ∆ιζωνική ∆ικοινοτική Οµοσπονδία (∆∆Ο), λαµβάνοντας ως βάση τις έξι παραµέτρους του πλαισίου Γκουτέρες (για Περιουσιακό, Εδαφικό, Ασφάλεια, ∆ιακυβέρνηση κ.ά.) και τη σχετική πρόοδο που είχε σηµειωθεί έως το καλοκαίρι του 2017. Η τουρκική πλευρά, αντιθέτως, εµφανίζεται πλέον να προκρίνει και άλλα σχέδια: εκείνο της συνδιαχείρισης των ενεργειακών κοιτασµάτων της Κύπρου πριν από την όποια επίλυση του Κυπριακού, µε την Τουρκία σε ρόλο συνιδιοκτήτη, εγγυητή και συνδιαµορφωτή, εκείνο µιας ∆∆Ο, αλλά τουρκικής εµπνεύσεως (µε «πολιτική ισότητα», εκ περιτροπής προεδρία, βέτο στις υπουργικές αποφάσεις, παραµονή κατοχικών δυνάµεων, διαιώνιση τουρκικών εγγυήσεων κ.ά.), καθώς και εκείνο της συνοµοσπονδίας/συνεταιρισµού (το οποίο φαίνεται να κερδίζει έδαφος το τελευταίο διάστηµα, έστω επικοινωνιακά, ως νέα κεντρική επιλογή για την Τουρκία).
Αξίζει να σηµειωθεί ότι η τουρκική πλευρά προωθεί πια τα όποια σχέδιά της χρησιµοποιώντας ως εκβιαστικό χαρτί την παρουσία των δύο τουρκικών τρυπανιών στην κυπριακή ΑΟΖ αλλά και την ανάγκη προόδου (ή τουλάχιστον µη εµπλοκής) στα ενεργειακά της Ανατολικής Μεσογείου, µια «ανάγκη» την οποία «ακούν» µε µεγάλο ενδιαφέρον πολλοί διεθνώς.
Η δήλωση Δένδια
Κρίνοντας από τη σχετική δήλωση του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου ∆ένδια, για τα 45 χρόνια από τον Αττίλα, η ελληνική πλευρά εξακολουθεί να αντιµετωπίζει το Κυπριακό ως πρόβληµα «συνεχιζόµενης παράνοµης τουρκικής κατοχής». Οπως υπογραµµίζει ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών «αναπόσπαστο στοιχείο της λύσης του Κυπριακού αποτελούν η κατάργηση του αναχρονιστικού συστήµατος Εγγυήσεων και η αποχώρηση των κατοχικών στρατευµάτων». Με τη δήλωσή του ο κ. ∆ένδιας αγγίζει ένα θέµα-αγκάθι στο οποίο η Τουρκία έχει εκ διαµέτρου αντίθετη άποψη, την οποία επιδιώκει παλαιόθεν να επιβάλει, πλέον όχι µόνο µε στρατεύµατα αλλά και µε γεωτρύπανα.
του Γιώργου Σκαφίδα, Έθνος