Τεχνικός Ασφαλείας
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, τα θέματα της επαγγελματικής ασφάλειας και της υγείας έχουν εισέλθει στην Ελληνική Νομοθεσία, σε μια προσπάθεια να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας μέσω τεχνικών, αλλά και οργανωτικών μέτρων. Επιπρόσθετη ώθηση έχει δοθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας το ενδιαφέρον τόσο για το θέμα αυτό καθαυτό, όσο και για τη διαμόρφωση ενός κοινού νομοθετικού πλαισίου, έχει οδηγήσει στην έκδοση μεγάλου αριθμού κοινοτικών οδηγιών, με τις οποίες είναι υποχρεωμένα να εναρμονιστούν τα εθνικά δίκαια.
Η ισχύουσα νομοθεσία, όπως έχει διαμορφωθεί, ρυθμίζει τα εν λόγω ζητήματα σε εθνικό επίπεδο διαμέσου φορέων και θεσμών, αλλά και με τη σύσταση οργάνων υπεύθυνων για την υγιεινή και την ασφάλεια των εργαζομένων στο εσωτερικό της επιχείρησης. Αυτό σημαίνει ότι, από πλευράς εργοδοτών, προσδιορίζονται σαφείς υποχρεώσεις με στόχο να διασφαλίζεται η υγεία και η ασφάλεια του προσωπικού που απασχολούν, ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας. Μια από τις βασικότερες υποχρεώσεις της νομοθεσίας αναφέρεται στη ύπαρξη Τεχνικού Ασφαλείας σε όλες τις επιχειρήσεις, εφόσον απασχολούν έστω κι έναν εργαζόμενο, όπως προκύπτει από το Π.Δ. 17/1996 (αρ. 4, παρ. 1 και 2).
Οι γενικές αρμοδιότητες του Τεχνικού Ασφαλείας είναι συμβουλευτικές προς τον εργοδότη, ενώ εντός των υποχρεώσεών του είναι η επίβλεψη και προαγωγή των συνθηκών εργασίας. Τα απαιτούμενα προσόντα που απαιτείται να διαθέτει ο Τεχνικός Ασφαλείας, καθώς και ο ελάχιστος χρόνος απασχόλησής του προσδιορίζονται από το μέγεθος της επιχείρησης και το βαθμό επικινδυνότητας στον οποίο κατατάσσονται (βλ. σχετικό παράρτημα) και περιγράφονται στο Ν. 1568/1985, αρ. 5 και τα π.δ. 294/1988, αρ. 4 και 17/1996, αρ. 4, παρ. 1 και 2:
- Επιχειρήσεις υψηλής επικινδυνότητας
1. που απασχολούν 50 και άνω εργαζόμενους: πτυχίο πανεπιστημίου, πολυτεχνείου ή πολυτεχνικής σχολής ΑΕΙ του εσωτερικού ή ισότιμων σχολών του εξωτερικού, άδεια άσκησης επαγγέλματος και τουλάχιστον διετής προϋπηρεσία η οποία υπολογίζεται από κτήσης πτυχίου.2. που απασχολούν λιγότερους από 50 εργαζόμενους: πτυχίο ΑΕΙ όπως παραπάνω ή πτυχίο ΤΕΙ ή ισότιμων σχολών του εξωτερικού ή πτυχίο των πρώην σχολών υπομηχανικών και των ΚΑΤΕΕ, με τουλάχιστον πενταετή προϋπηρεσία η οποία υπολογίζεται από κτήσης πτυχίου.
- Επιχειρήσεις μέσης επικινδυνότητας
1. που απασχολούν 650 και άνω εργαζόμενους: πτυχίο ΑΕΙ όπως παραπάνω
2. που απασχολούν 50 έως 650 εργαζόμενους: πτυχίο ΑΕΙ όπως παραπάνω ή πτυχίο ΤΕΙ όπως παραπάνω.
3. που απασχολούν λιγότερους από 50 εργαζόμενους: πτυχίο ΑΕΙ όπως παραπάνω ή πτυχίο ΤΕΙ όπως παραπάνω. Επιπλέον, καθήκοντα Τεχνικού Ασφαλείας είναι δυνατό να ανατεθούν από τους εργοδότες σε εργαζόμενους της επιχείρησης με την προϋπόθεση οι τελευταίοι να απασχολούνται με πλήρες ωράριο, να λάβουν την κατάλληλη επιμόρφωση και να διαθέτουν τα εξής προσόντα: απολυτήριο Τεχνικού Λυκείου ή Μέσης Τεχνικής Σχολής ή άλλης αναγνωρισμένης Τεχνικής Επαγγελματικής Σχολής του εσωτερικού ή ισότιμων σχολών του εξωτερικού ή άδεια άσκησης επαγγέλματος εμπειροτέχνη με τουλάχιστον οκταετή προϋπηρεσία. - Επιχειρήσεις χαμηλής επικινδυνότητας
1. που απασχολούν 50 και άνω εργαζόμενους: πτυχίο ΑΕΙ όπως παραπάνω ή πτυχίο ΤΕΙ όπως παραπάνω.
2. που απασχολούν λιγότερους από 50 εργαζόμενους: τα απαιτούμενα προσόντα είναι ίδια με εκείνα της περίπτωσης Β3. Επιπρόσθετα, καθήκοντα τεχνικού ασφαλείας είναι δυνατό να αναλάβουν οι ίδιοι οι εργοδότες ανεξαρτήτως προσόντων με την προϋπόθεση να λάβουν την κατάλληλη επιμόρφωση.
Σημειώνεται ότι κάτοχοι των παραπάνω προσόντων θεωρούνται και όσοι έχουν τίτλους ή πιστοποιητικά της αλλοδαπής, βάσει των οποίων προκύπτει ότι είναι Τεχνικοί Ασφαλείας.
Επίσης, με το Π.Δ. 294/1988, αρ. 5 ορίζονται οι επιτρεπόμενες ειδικότητες των Τεχνικών Ασφαλείας που κατέχουν πτυχία ΑΕΙ και ΤΕΙ ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας.
Τονίζεται ότι, σύμφωνα με το Ν. 3144/2003, αρ. 9, παρ. 5 έως 7, ο οποίος συμπληρώνει τις προηγούμενες διατάξεις, καθήκοντα Τεχνικού Ασφαλείας επιτρέπεται να αναλάβουν οι ίδιοι οι εργοδότες εφόσον λάβουν την κατάλληλη επιμόρφωση και στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Σε επιχειρήσεις μέσης επικινδυνότητας (Β) που απασχολούν έως και 3 εργαζόμενους, εφόσον έχουν άδεια άσκησης τεχνικού επαγγέλματος εμπειροτέχνη με αντικείμενο σχετικό με τη δραστηριότητα των επιχείρησεών τους ή ασκούν αποδεδειγμένα επί δεκαετία και πλέον την οικονομική δραστηριότητα για την οποία θα αναλάβουν τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφαλείας.
- Σε επιχειρήσεις μέσης επικινδυνότητας (Β) που απασχολούν έως και 6 εργαζόμενους, εφόσον είναι πτυχιούχοι τεχνικής ειδικότητας Τεχνικού Επαγγελματικού Εκπαιδευτηρίου ή Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης ή άλλης αναγνωρισμένης τεχνικής επαγγελματικής σχολής με αντικείμενο σπουδών σχετικό με τη δραστηριότητα των επιχείρησεών τους.
- Σε επιχειρήσεις μέσης επικινδυνότητας (Β) που απασχολούν λιγότερους από 20 εργαζόμενους, εφόσον είναι κάτοχοι πτυχίου ΑΕΙ όπως παραπάνω ή πτυχίου ΤΕΙ όπως παραπάνω και μιας εκ των ειδικοτήτων τεχνικών ασφαλείας που δεν προβλέπονται για τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας που ανήκουν οι επιχειρήσεις τους.
Τέλος, επιτρέπεται να αναλάβουν καθήκοντα Τεχνικού Ασφαλείας και απαλλάσσονται από την υποχρέωση επιμόρφωσης οι εργοδότες επιχειρήσεων κάτω των 50 εργαζομένων μέσης και χαμηλής επικινδυνότητας (Β και Γ) εφόσον είναι κάτοχοι πτυχίου ΑΕΙ όπως παραπάνω ή πτυχίου ΤΕΙ όπως παραπάνω και μιας εκ των ειδικοτήτων τεχνικών ασφαλείας που προβλέπονται για τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας που ανήκουν οι επιχειρήσεις τους.
Σεμινάρια επιμόρφωσης εργοδοτών διενεργούνται από το Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΕΛΙΝΥΑΕ), το Ινστιτούτο Επαγγελματικής Κατάρτισης του Τεχνικού Επιμελητήριο Ελλάδος (ΙΕΚΕΜ-ΤΕΕ), διαπιστευμένα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ), δημόσιους φορείς και Επιμελητήρια.
Παράρτημα
Με το Π.Δ. 294/1988, αρ. 2, όλες οι επιχειρήσεις κατατάσσονται σε 3 κατηγορίες επικινδυνότητας (Α, Β και Γ), ανάλογα με τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας στον οποίο ανήκουν.
Κατηγορία Α – Υψηλή επικινδυνότητα
Ορυχεία άνθρακα, μεταλλεία – λατομεία, υδρογονάνθρακες και γηγενή καύσιμα αέρια, χημικές βιομηχανίες (συμπεριλαμβάνονται η παραγωγή οξέων, βάσεων, αλάτων και χημικών λιπασμάτων, πλαστικών υλών, συνθετικών ρητινών και τεχνητών ινών, πετροχημικών, οργανικών χρωστικών ουσιών, πεπιεσμένων αερίων, ξηρού πάγου και ανθρακασβεστίου, βερνικοχρωμάτων, στιλβωμάτων και τυπογραφικών μελανών, γεωργικών φαρμάκων και εντομοκτόνων, εκρηκτικών, πυροτεχνημάτων, λοιπών βασικών προϊόντων), βιομηχανίες παραγώγων πετρελαίου και άνθρακα (συμπεριλαμβάνονται η επεξεργασία πετρελαιοειδών και η εμφιάλωση υγραερίων), βιομηχανίες προϊόντων από μη μεταλλικά ορυκτά (συμπεριλαμβάνονται η κατασκευή ειδών από αμιαντοτσιμέντο, ειδών από αμίαντο και οι βασικές μεταλλουργικές βιομηχανίες), κατασκευή τελικών προϊόντων από μέταλλο εκτός μηχανών και μεταφορικού υλικού (συμπεριλαμβάνονται γέφυρες, υπόστεγα, έργα υποδομής και παρόμοιες κατασκευές), κατασκευή μηχανών και συσκευών εκτός των ηλεκτρικών και των μέσων μεταφοράς (συμπεριλαμβάνονται λεβητοποιεία, σιλό, κοχλιομεταφορείς, μεταφορικές ταινίες και αερομεταφορείς), κατασκευή ηλεκτρικών μηχανών, συσκευών και λοιπών ειδών (συσσωρευτές μολύβδου), κατασκευή μεταφορικών μέσων (συμπεριλαμβάνονται η ναυπήγηση και επισκευή σκαφών και η κατασκευή σιδηροδρομικού και τροχιοδρομικού υλικού), θερμοηλεκτρικοί σταθμοί παραγωγής, παραγωγή καυσίμου αερίου πόλεως, υφαντικές βιομηχανίες (συμπεριλαμβάνονται βαφεία, τυποβαφεία, φινιριστήρια), εργασίες με ραδιενεργά υλικά ή ιοντίζουσες ακτινοβολίες, εργοτάξια μεγάλων δομικών έργων (σήραγγες, φράγματα) κατασκευές δικτύων ύδρευσης, αποχέτευσης, λιμενικά έργα, οικοδομικά έργα πάνω από 2.000 μ3 ειδικά δομικά έργα.
Κατηγορία Β – Μέση επικινδυνότητα
Δασοπονία και εκμετάλλευση δασών, θήρα, αλιεία, αλυκές, βιομηχανίες ειδών διατροφής, βιομηχανίες ποτών, καπνοβιομηχανίες, υφαντικές βιομηχανίες, βιομηχανίες ειδών υπόδησης, ένδυσης και διαφόρων ειδών από ύφασμα, βιομηχανίες ξύλου, βιομηχανίες επίπλων και ειδών επιπλώσεως, βιομηχανίες χάρτου, εκτυπώσεις, εκδόσεις και συναφείς δραστηριότητες, βιομηχανίες δέρματος και γουναρικών, βιομηχανίες προϊόντων από ελαστικό και πλαστική ύλη, λοιπές βασικές χημικές βιομηχανίες, βιομηχανίες λοιπών χημικών προϊόντων, βιομηχανίες παραγώγων πετρελαίου και άνθρακα, βιομηχανίες υποπροϊόντων πετρελαίου, βιομηχανίες προϊόντων από μη μεταλλικά ορυκτά, κατασκευή ειδών από τσιμέντο, κατασκευή τελικών προϊόντων από μέταλλο εκτός μηχανών και μεταφορικού υλικού, είδη από μέταλλο και για οικοδομές και μεταλλικές κατασκευές, κατασκευή μηχανών και συσκευών εκτός των ηλεκτρικών και των μέσων μεταφοράς, μηχανουργεία κατασκευής και επισκευής μηχανημάτων, κατασκευή ηλεκτρικών μηχανών, συσκευών και λοιπών ειδών, κατασκευή μεταφορικών μέσων, ηλεκτρισμός, φωταέριο και ατμός, ύδρευση, οικοδομήσεις και δημόσια έργα, μεταφορές (μόνο τα συνεργεία συντήρησης γραμμών, οι μεταφορές υγρών καυσίμων με βυτιοφόρα και οι μεταφορές με γερανοφόρα), λοιπές βιομηχανίες.
Κατηγορία Γ – Χαμηλή επικινδυνότητα
Γεωργία, κτηνοτροφία, εμπόριο χονδρικό – λιανικό, μεσίτες και αντιπρόσωποι, εστιατόρια και ξενοδοχεία, λοιπές μεταφορές, αποθηκεύσεις (εκτός των αποθηκεύσεων υγρών και αερίων καυσίμων και τις αποθήκες μετά ψύξεως που υπάγονται στην Κατηγορία Β. Τα μεταφορικά μέσα και οι αποθήκες που ανήκουν σε συγκεκριμένη επιχείρηση και εξυπηρετούν αποκλειστικά αυτή κατατάσσονται στην ίδια κατηγορία με την επιχείρηση), επικοινωνίες, τράπεζες και λοιπά οικονομικά ιδρύματα, ασφάλειες, διεκπεραιώσεις υποθέσεων, ενοικιάσεις κινητών – ακινήτων, κυβερνητικές υπηρεσίες, υπηρεσίες υγιεινής και νεκροταφείων, παιδεία, υπηρεσίες επιστημονικών ερευνών, ιατρικές και υγειονομικές υπηρεσίες, κοινωνική πρόνοια και λοιπές επαγγελματικές οργανώσεις, υπηρεσίες αναψυχής και πολιτισμού, προσωπικές υπηρεσίες, οικιακές υπηρεσίες.
Στη περίπτωση που μία επιχείρηση έχει εργασίες που εντάσσονται σε πάνω από μια κατηγορίες, τότε κατατάσσεται συνήθως στην κατηγορία εκείνη στην οποία ανήκει η δραστηριότητα με τη μεγαλύτερη επικινδυνότητα, ή σε αυτήν που αντιστοιχεί στη δραστηριότητα με το σημαντικότερο ποσοστό εργασιών της. Την τελική αρμοδιότητα για το εν λόγω ζήτημα έχουν τα κατά τόπους Τμήματα Επιθεώρησης Εργασίας.