Περιμένοντας τον «κόφτη» με νέες μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις
Οι μελέτες και μάλιστα οι αναλογιστικές ήταν πάντοτε ένα χρήσιμο εργαλείο, για κάθε χώρα που ήθελε να έχει εικόνα για το μέλλον του ασφαλιστικού της συστήματος και να κάνει τις απαραίτητες προσαρμογές έτσι ώστε να διασφαλίσει βιώσιμη προοπτική.
Από το 2010 και μετά όλες οι ευρωπαϊκές χώρες είναι υποχρεωμένες να εκπονούν και να επικαιροποιούν τις μελέτες τους, έτσι ώστε να εξετάζεται η πορεία των συστημάτων σε κάθε χώρα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Αυτό έκανε και η Ελλάδα παρουσιάζοντας μελέτες το 2010 και για πρώτη φορά ολοκληρωμένες για το σύνολο των Ταμείων το 2011, με ευθύνη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής και τη σημαντική συνδρομή που παρείχε η τεχνική ομάδα του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.
Αυτές οι μελέτες και η βάση δεδομένων που δημιουργήθηκε, αποτελούν και σήμερα ένα χρήσιμο εργαλείο που αξιοποιείται για την επικαιροποίηση και τις όποιες προσαρμογές απαιτούνται με βάση τα νέα μακροοικονομικά δεδομένα.
Όλα αυτά τα αυτονόητα που δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις δεν έγιναν στη χώρα μας στο παρελθόν ή και όταν έγιναν για διάφορα ασφαλιστικά ταμεία πετάχτηκαν στο… καλάθι των αχρήστων, σήμερα τα βρίσκουμε μπροστά μας.
Πότε, αλήθεια, στο παρελθόν αποφασίστηκαν αυξήσεις στις συντάξεις βασισμένες σε μελέτες; Δυστυχώς ποτέ. Πότε ελήφθησαν αποφάσεις που υπολόγισαν το κόστος που αυτές δημιουργούσαν και το βάρος που μετέφεραν στις επόμενες γενιές; Ελάχιστες φορές.
Πόσες φορές στις προεκλογικές περιόδους αυξήθηκαν παροχές, χωρίς αυτές να μπορούν να καλυφθούν από τα έσοδα, με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα ελλείμματα και να καλύπτονται με δανεισμό; Πολλές φορές. Έτσι, λοιπόν, φθάσαμε εδώ που φθάσαμε και τώρα έχουμε περάσει στο άλλο άκρο, μέσα από τις επιλογές και τα μέτρα της τελευταίας περιόδου.
Τώρα που τελικά η κυβέρνηση δεν κατάφερε να αποτρέψει τις μειώσεις στις συντάξεις, όπως είχε υποσχεθεί, ο νέος συνταξιούχος, ο δικαιούχος του ΕΚΑΣ, ο συνταξιούχος που έχει άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης άνω των 1.300 ευρώ κ.λπ., καλούνται να σηκώσουν ένα δυσανάλογο βάρος με μεγάλες μειώσεις στα εισοδήματά τους.
Την ίδια στιγμή αντί να προβληματιστούν και να περιορίσουν τις υποσχέσεις, όσοι αποφάσισαν τα συγκεκριμένα μέτρα, προσπαθούν να πείσουν ότι τώρα αλλάζουμε σελίδα και δεν θα χρειαστεί να επαναλάβουμε τέτοια μέτρα.
Όλοι θα είμαστε ευτυχείς εάν κάτι τέτοιο μπορούσε να γίνει πραγματικότητα. Όμως, πέρα από τις αναλογιστικές μελέτες οι οποίες αποτυπώνουν την εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών σε βάθος χρόνου, υπάρχουν μέτρα τα οποία δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν και επομένως να προβλεφθούν τα άμεσα οικονομικά τους αποτελέσματα.
Η κυβέρνηση επέλεξε ένα μείγμα πολιτικής με βάση το οποίο η επίτευξη ή μη των στόχων, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα έσοδα, φορολογικά και ασφαλιστικά.
Η αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων και η ευθεία σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με το εισόδημα, δημιουργούν ένα «εκρηκτικό» μείγμα.
Ο κίνδυνος είναι -και είναι ορατός- να μειωθούν τα έσοδα και από τους φόρους και από εισφορές και να οδηγηθούμε σε ενεργοποίηση του «κόφτη» με νέες μειώσεις στις συντάξεις και στους μισθούς.
Μακάρι λοιπόν να είχαμε «τελειώσει» με τα επώδυνα μέτρα, αλλά δεν φαίνεται πολύ πιθανό ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Δεν φαίνεται πιθανό, όχι γιατί είναι προδιαγεγραμμένη η μοίρα μας, αλλά γιατί, μεταξύ των άλλων, η πολυπόθητη ανάπτυξη καθυστερεί και καθυστερεί γιατί κανένας δεν ασχολείται σοβαρά με το μεγάλο αυτό θέμα.
Και όσοι πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη σε μια χώρα που αλλάζει κανόνες κάθε μήνα και υπερφορολογεί κάθε δραστηριότητα, απλά αγνοούν την πραγματικότητα.
Όσοι πιστεύουν ότι μπορούν να εισρεύσουν ξένα κεφάλαια για να επενδυθούν στην Ελλάδα, ας μιλήσουν με τους Ελληνες επαγγελματίες και επιχειρηματίες που αναζητούν, όσοι μπορούν βέβαια, άλλες χώρες για να συνεχίσουν την όποια δραστηριότητά τους.
Ακούγεται πολλές φορές το επιχείρημα που λέει ότι δεν είμαστε η μόνη χώρα, στην οποία οι πολίτες της πληρώνουν τόσο υψηλούς φόρους και εισφορές. Η αλήθεια είναι ότι είμαστε στις πρώτες θέσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών με τους υψηλότερους φόρους και εισφορές.
Η ακόμη μεγαλύτερη όμως αλήθεια, είναι ότι όπου υπάρχουν υψηλοί φόροι, επιβάλλεται να υπάρχουν και ανάλογες παροχές και υπηρεσίες προς τους πολίτες.
Δεν γίνεται να πληρώνει ο ασθενής από την τσέπη του τα αναλώσιμα στα νοσοκομεία ούτε να καταβάλει μια ζωή εισφορές στο ασφαλιστικό του ταμείο για να πάρει 300 ευρώ περισσότερα από τον ανασφάλιστο, όταν έχουμε και υψηλές εισφορές και υψηλούς φόρους.
Σε πολλά πράγματα δεν χρειάζονται ούτε μελέτες ούτε περίπλοκες αναλύσεις, για να διαπιστώσει κανένας τις συνέπειες διαφόρων επιλογών και τις αντιφάσεις. Κοινή λογική χρειάζεται, η οποία φαίνεται να απουσιάζει.