Χρήσιμα Τηλέφωνα & Πληροφορίες
Όταν οι εξέδρες παραγωγής πετρελαίου αυξάνουν την θαλάσσια ζωή

Όταν οι εξέδρες παραγωγής πετρελαίου αυξάνουν την θαλάσσια ζωή

Διαφήμιση

Μια πρωτοποριακή μελέτη του Τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών έρχεται να ανατρέψει εντυπώσεις ή και προκαταλήψεις που σχετίζονται με μια βαριά βιομηχανική δραστηριότητα, όπως είναι η εξόρυξη πετρελαίου και, μάλιστα, σε θαλάσσιες περιοχές.

Η μελέτη που έχει στη διάθεσή του το ecozen.gr, παρουσιάσθηκε πρόσφατα στο πλαίσιο του 51ου Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Θαλάσσιας Βιολογίας το οποίο διεξήχθη στη Ρόδο.

Αντικείμενό της ήταν η κατάσταση της θαλάσσιων οργανισμών βενθική πανίδα -benthic fauna) που απαντώνται στον Κόλπο της Καβάλας όπου, ως γνωστόν, λειτουργούν ήδη δύο εξέδρες άντλησης πετρελαίου, μία εξέδρα άντλησης φυσικού αερίου καθώς και μία εξέδρα επεξεργασίας των παραγόμενων υδρογονανθράκων, τις οποίες λειτουργεί η εταιρεία Energean Oil & Gas, η οποία εκμεταλλεύεται το κοίτασμα του Πρίνου.

Η ίδια, μάλιστα, εταιρεία έχει δρομολογήσει την εγκατάσταση, σε περίπου έναν χρόνο από σήμερα, μίας νέας πλατφόρμας για την εκμετάλλευση του γειτονικού κοιτάσματος πετρελαίου «Έψιλον».

Για τις ανάγκες τις μελέτες δημιουργήθηκαν συνολικά δώδεκα σταθμοί δειγματοληψίας σε βάθη από 26 ως 48 μέτρα τόσο στην περιοχή των υφιστάμενων εξεδρών όσο και σε εκείνη που πρόκειται να υποδεχθεί τη νέα εξέδρα. Παράλληλα, προσδιορίσθηκε και ένα σταθμός αναφοράς περίπου πέντε χιλιόμετρα μακριά από το συγκρότημα των εξεδρών του Πρίνου.

Η δειγματοληψία διεξήχθη τον Μάιο του 2015 από επαγγελματίες δύτες, οι οποίοι χρησιμοποιήσαν ειδικό εξοπλισμό (εκπυρηνωτές) οι οποίοι και εισήχθησαν έως και κατά 20 εκατοστά στον βυθό της θάλασσας. Συνολικά αντλήθηκαν 1.300 δείγματα, τα οποία ταξινομήθηκαν σε 163 είδη, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι τα περισσότερα δείγματα προήλθαν από την περιοχή των υφιστάμενων εξεδρών.

Από την μελέτη προέκυψαν τα ακόλουθα βασικά συμπεράσματα:

-Η οικολογική κατάσταση των περισσότερων σταθμών δειγματοληψίας, η οποία σταθμίζεται με βάση τον δείκτη BENTIX, ήταν καλύτερη από εκείνη του σταθμού αναφοράς, παρόλο που εκείνος βρισκόταν πέντε χιλιόμετρα μακριά από το συγκρότημα των εξεδρών του Πρίνου.

Συγκεκριμένα, ο σταθμός αναφοράς χαρακτηρίσθηκε από μεσαία οικολογική κατάσταση, όπως και τέσσερις σταθμοί εντός της εξεταζόμενης περιοχής, ενώ άλλοι έξι σταθμοί από καλή οικολογική κατάσταση και ένας από υψηλή.

Επίσης, ένας σταθμός είχε φτωχή οικολογική κατάσταση, γεγονός που αποδίδεται στην αφθονία του είδους Levinsenia cf demiri το οποίο δεν είναι ένα ευαίσθητο είδος και η ευδοκίμησή του δεν απαιτεί συγκεκριμένες οικολογικές προϋποθέσεις.

-Οι πληθυσμοί που καταγράφηκαν είναι οι τυπικοί που συναντώνται στις περιοχές της Μεσογείου και στα συγκεκριμένα βάθη.

-Οι εγκαταστάσεις άντλησης πετρελαίου δεν έχουν επηρεάσει αρνητικά το οικοσύστημα, καθώς οι βενθικές κοινότητες που καταγράφηκαν είναι παρόμοιες με εκείνες που είχαν καταγραφεί στο πλαίσιο ερευνών στην ίδια περιοχή κατά το παρελθόν.

Αντιθέτως, καταγράφεται ένας αυξανόμενος αριθμός ατόμων και ειδών, ως αποτέλεσμα του αποκλεισμού άλλων δραστηριοτήτων (λ.χ. αλίευση) από την περιοχή των εγκαταστάσεων και την επακόλουθη προστασία του θαλάσσιου πυθμένα.

Σημειώνεται ότι η μελέτη υλοποιήθηκε από ομάδα που εργάσθηκε υπό την ευθύνη της καθηγήτριας κας. Αρτέμιδος Νικολαϊδου και σε συνεργασία με την εταιρεία ΛΔΚ, η οποία εξειδικεύεται στον τομέα των περιβαλλοντικών έργων.

(http://www.ecozen.gr/)

Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων