Όροι εγκατάστασης και λειτουργίας πρατηρίων
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 119 16 Ιουνίου 2006
ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 118
Τροποποίηση του β.δ. 465/1970 «Περί όρων και προϋποθέσεων εγκαταστάσεως και λειτουργίας αντλιών καυσίμων προ πρατηρίων κειμένων εκτός των εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και κωμών ή εκτός κατοικημένων εν γένει περιοχών και περί κυκλοφοριακής συνδέσεως εγκαταστάσεων μετά των οδών» (Α΄ 150) και του π.δ. 1224/1981 «Περί όρων και προϋποθέσεων ιδρύσεως και λειτουργίας πρατηρίων υγρών καυσίμων κειμένων εντός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων ή κωμών ή εγκεκριμένων οικισμών ή εν γένει κατοικημένων περιοχών» (Α΄ 303) όπως τροποποιήθηκαν με το π.δ. 509/1984 (Α΄ 181), το π.δ. 143/1989 «Τροποποίηση διατάξεων σχετικών με όρους και προϋποθέσεις εγκαταστάσεως και λειτουργίας αντλιών καυσίμων και κυκλοφοριακής σύνδεσης εγκαταστάσεων μετά των οδών» (Α΄ 69), το π.δ. 401/1993 (Α΄ 170) και το π.δ. 125/1992 (Α΄ 56) «τροποποίηση και συμπλήρωση του π.δ. 143/89 (Α΄ 69)» και κατάργηση διατάξεων του π.δ. 327/1992 (Α΄ 163).
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
- Έχοντας υπόψη τις διατάξεις:
α. του άρθρου 1, παρ. 2 του ν.δ. 511/1970 «Περί ιδρύσεως και λειτουργίας πρατηρίων υγρών καυσίμων, σταθμών αυτοκινήτων, πλυντηρίων αυτοκινήτων και περί κυκλοφοριακής συνδέσεως εγκαταστάσεων μετά των οδών» (Α΄ 91) όπως αυτό αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 3β του άρθρου 45 του ν. 2773/1999 (Α΄ 286) « Απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας – Ρύθμιση θεμάτων ενεργειακής πολιτικής και λοιπές διατάξεις», όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 23 του ν. 3185/2003 (Α΄ 229).
β. του άρθρου 3 του ν. 2465/1997 «Θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών» (Α΄ 28).
γ. του άρθρου 28 του ν. 1577/1985 όπως τροποποιήθηκε με το ν. 2831/2000 (Α 140) και
δ. της υπ’ αριθμ. 10245/713/7.4.1997 (Α΄ 311) κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών, Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Μεταφορών Επικοινωνιών «Μέτρα και όροι για τον έλεγχο των εκπομπών πτητικών οργανικών ουσιών (VOC) κ.λπ». - Την υπ’ αριθμ. 37930/Δ10Ε1264/14.10.2005 (Β΄ 1432) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών «Καθορισμός αρμοδιοτήτων του Υφυπουργού Οικονομικών».
- Την υπ’ αριθμ. ΔΙΑΔΠ/18801/5.9.2001 κοινή υπουργική απόφαση Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών, Γεωργίας, Υγείας και Πρόνοιας και Μεταφορών και Επικοινωνιών «Απλούστευση διαδικασιών και σύντμηση προθεσμιών διεκπεραίωσης διοικητικών ενεργειών αρμοδιότητας ΥΜΕ (Β΄ 1200)
- Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του διατάγματος αυτού δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.
- Την υπ’ αριθμ. 84/2006. γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πρόταση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Μεταφορών και Επικοινωνιών και του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Το άρθρο 1 του β.δ. 465/1970 (Α΄150) αντικαθίσταται ως εξής:
Άρθρο 1 Ίδρυση και λειτουργία
Οι όροι και οι προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας πρατηρίων υγρών καυσίμων, που βρίσκονται σε περιοχές εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλης και εκτός ορίων νομίμως υφιστάμενων οικισμών, μετά των λοιπών εγκαταστάσεων για δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών και εμπορίας, οι οποίες ασκούνται εντός του χώρου του γηπέδου τους, καθώς και η κυκλοφοριακή σύνδεση με τις οδούς των παραπάνω πρατηρίων και λοιπών εγκαταστάσεων, ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.
Άρθρο 2
1. Το άρθρο 2 του β.δ. 465/1970 αντικαθίσταται ως εξής:
Άρθρο 2 Γενικοί ορισμοί
- Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος διατάγματος οι παρακάτω όροι έχουν την ακόλουθη σημασία:
α. «Πρατήριο υγρών καυσίμων» νοείται η εγκατάσταση στην οποία:
αα. ανεφοδιάζονται με υγρά καύσιμα οδικά οχήματα (αυτοκίνητα, δίκυκλα, τρίκυκλα, αγροτικά μηχανήματα και μηχανήματα έργων), ειδικά μηχανήματα, ελαφρά σκάφη κ.α.
αb. αποθηκεύεται και διακινείται πετρέλαιο θέρμανσης ή και οποιουδήποτε εγκεκριμένου τύπου πετρέλαιο (φωτιστικό πετρέλαιο κ.α).Στα πρατήρια υγρών καυσίμων όπως ορίζονται πιο πάνω είναι δυνατόν να ασκούνται επιπλέον και οι ακόλουθες δραστηριότητες:
i. παροχή υπηρεσιών πλύσης και λίπανσης στα οχήματα και μηχανήματα της υποπερίπτωσης (αα).
ii. εμπορία ειδών συναφών προς τα οχήματα, ανταλλακτικών και εμπορευμάτων, καθώς και οποιαδήποτε άλλη εμπορική δραστηριότητα με την οποία καλύπτονται ανάγκες των διακινουμένων και χρηστών του πρατηρίου (όπως πώληση σιγαρέτων, γαλακτομικών ειδών), εφ’ όσον η άσκησή της επιτρέπεται από ισχύουσες για την εμπορική αυτή δραστηριότητα διατάξεις.
iii. παροχή διαφόρων υπηρεσιών στους διακινούμενους (όπως εστιατόρια, μπαρ, συνεργεία οχημάτων, οδική βοήθεια, τράπεζα, πρώτες βοήθειες, εγκαταστάσεις προσωπικής υγιεινής, εγκαταστάσεις διανυκτέρευσης, στάθμευση οχημάτων, κ.α.), με την προϋπόθεση ότι οι αντίστοιχες εγκαταστάσεις είναι σύμφωνες με τις επί μέρους διατάξεις, που ισχύουν για κάθε μία από αυτές, περιλαμβανομένων και των διατάξεων προσβασιμότητας των ΑΜΕΑ και ότι τα πρατήρια έχουν κυκλοφοριακή σύνδεση εγκεκριμένη κατά κανόνα (όχι κατά παρέκκλιση).
Η εγκατάσταση τόσο των πρατηρίων όσον και των λοιπών χρήσεων είναι δυνατή μόνον εφόσον αυτή επιτρέπεται από τις χρήσεις γης και τους όρους και περιορισμούς δόμησης που ισχύουν στην περιοχή.
β. Ως «Οικισμός» νοείται κάθε διακεκριμένο οικιστικό σύνολο το οποίο αναφέρεται σε απογραφή πριν από την 14.3.1983 (ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 1337/1983) ως οικισμός, ανεξάρτητα εάν ο δήμος ή η κοινότητα στον οποίο υπάγεται έχει πληθυσμό μεγαλύτερο από 2.000 κατοίκους (άρθρο 1 του π.δ. της 24.4./3.5.1985 και το άρθρο 79 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας) καθώς και κάθε οικισμός προϋφιστάμενος του έτους 1923.
- Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, το Εθνικό και Επαρχιακό Οδικό δίκτυο της χώρας κατατάσσεται σε κατηγορίες, σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ. 209/1998 «Λήψη μέτρων για την ασφάλεια της υπεραστικής συγκοινωνίας» (Α΄ 169) όπως κάθε φορά ισχύει.
- Για τις κοινόχρηστες αγροτικές οδούς έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 25 παρ.2 του ν. 1418/1984 και του β.δ. 465/1970, όπως κάθε φορά ισχύουν για το δημοτικό – κοινοτικό οδικό δίκτυο.
- Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος διατάγματος, ο ακόλουθος όρος, που αφορά στον εξοπλισμό αποθήκευσης και διακίνησης υγρών καυσίμων, έχει την ακόλουθη έννοια:
«Περίβλημα ανάσχεσης διαρροών (Secondary containment)»: Περιβάλλει (στο σύνολο ή κατά ένα μέρος τους) τις δεξαμενές, σωληνώσεις, αντλίες, φρεάτια και λοιπά μέρη μιας εγκατάστασης αποθήκευσης και διακίνησης υγρών καυσίμων, προκειμένου αφενός να αποτραπεί διαρροή καυσίμων προς το έδαφος και αφετέρου να είναι εύκολος ο εντοπισμός της διαρροής και η ασφαλής αναρρόφηση των καυσίμων. Το «περίβλημα ανάσχεσης διαρροών» είναι ένας γενικός όρος και εμφανίζεται με διαφορετικές μορφές ανάλογα με το μέρος της εγκατάστασης. Σε μία δεξαμενή διπλού τοιχώματος, περίβλημα ανάσχεσης θεωρείται το εξωτερικό τοίχωμα της, ενώ σε μία αντλία καυσίμων, περίβλημα ανάσχεσης είναι το, μη διαπερατό από πετρελαιοειδή, φρεάτιο κάτω από αυτήν. Στα άρθρα 10, 11 και 12 περιγράφονται αναλυτικά τα περιβλήματα ανάσχεσης διαρροών, για κάθε μέρος της εγκατάστασης».
Άρθρο 3
Το άρθρο 3 του β.δ. 465/1970 αντικαθίσταται ως εξής:
Άρθρο 3 Κατηγορίες πρατηρίων
- Ανάλογα με την χρήση τους, τα πρατήρια υγρών καυσίμων διακρίνονται σε:
α. «Πρατήρια ιδιωτικής χρήσης», τα οποία το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που έχει το δικαίωμα εκμετάλλευσής τους, τα χρησιμοποιεί για την εξυπηρέτηση οχημάτων, τα οποία ανήκουν σε αυτό ή όπως άλλως ορίζεται στο άρθρο 22 του παρόντος. Τα πρατήρια αυτά μπορούν να ιδρυθούν εφόσον ο αριθμός των οχημάτων είναι μεγαλύτερος του είκοσι. Ειδικά για τα πρατήρια της παρ. 3 του άρθρου 22 δεν υπάρχει αριθμητικός περιορισμός.β. «Πρατήρια δημόσιας χρήσης», που χρησιμεύουν για την εξυπηρέτηση οχημάτων τα οποία ανήκουν σε οποιονδήποτε και για την παροχή υπηρεσιών και προϊόντων και άσκηση λοιπών δραστηριοτήτων, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 2, παρ. α, του παρόντος
- Σε οδούς ταχείας κυκλοφορίας ή αυτοκινητοδρόμους και σε χώρους των οποίων την αποκλειστική εκμετάλλευση έχει το Ταμείο Εθνικής Οδοποιίας (ΤΕΟ) επιτρέπεται η ίδρυση, λειτουργία και κατασκευή Σταθμών Εξυπηρέτησης Αυτοκινήτων (ΣΕΑ), σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 21 παρ. 10 του παρόντος, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ.3 του π.δ. 143/1989.
Σε αυτοκινητοδρόμους ή οδούς ταχείας κυκλοφορίας που κατασκευάζουν και εκμεταλλεύονται αμιγώς ιδιωτικοί ή μικτού χαρακτήρα Φορείς επιτρέπεται η ίδρυση και λειτουργία εγκαταστάσεων οι οποίες επέχουν θέση Σταθμών Εξυπηρέτησης Αυτοκινήτων (Σ.Ε.Α.), εφόσον αυτό προβλέπεται στην οικεία σύμβαση παραχώρησης. Οι ανωτέρω εγκαταστάσεις ως προς την διαδικασία χορηγήσεως αδειών ιδρύσεως, λειτουργίας και οικοδομικών αδειών αντιμετωπίζονται όπως και οι ΣΕΑ που ιδρύονται από το ΤΕΟ.
Άρθρο 4
- Η παρ. 1α του άρθρου 5 του β.δ. 465/1970 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ. 1 του π.δ. 143/1989 αντικαθίσταται ως εξής:
Όταν δεν εξασφαλίζονται, πριν από το πρατήριο, λόγω της οριζοντιογραφίας ή και της μηκοτομής της οδού ή λόγω πλευρικών εμποδίων, τα μήκη ορατότητας που αναγράφονται στον παρακάτω πίνακα.
Κατηγορία οδού επί της οποίας ιδρύεται το πρατήριο Εκτός εγκεκριμένου σχεδίου Εκτός Οικισμών 1 2 α. Πρωτεύον Εθνικόα. Πρωτεύον Εθνικό 200 β. Δευτερεύον Εθνικό 200 γ. Τριτεύον Εθνικό 150 δ. Εθνικό Νήσων (πλήν Εύβοιας – Κρήτης – Ρόδου Κέρκυρας) 150 ε. Παράπλευροι οδών ταχείας κυκλοφορίας και αυτοκινητοδρόμων ή γενικώς παράπλευροι πλάτους μεγαλύτερου των 7 μέτρων. 150 στ. Πρωτεύον Επαρχιακό 150 ζ. Δευτερεύον Επαρχιακό 100 η. Επαρχιακό Νήσων (πλην Εύβοιας – Κρήτης – Ρόδου Κέρκυρας). 70 θ. Παράπλευροι δρόμοι πλάτους ίσου ή μικρότερου των 7 μέτρων. 70 ι. Δημοτικό ή Κοινοτικό 70
Τα μήκη ορατότητας απαιτούνται για την είσοδο ή την έξοδο χωριστά, πρέπει να διατίθενται σε όλο το μήκος που καταλαμβάνει η λωρίδα επιτάχυνσης ή επιβράδυνσης, μετρούνται δε επί του άξονα της πλησιέστερης προς το πρατήριο λωρίδας κυκλοφορίας. Αρχή μέτρησης για την είσοδο είναι η αρχή της λωρίδας επιβράδυνσης, για δε την έξοδο το τέλος της κεντρικής τραπεζοειδούς νησίδας. Το ύψος του οφθαλμού του οδηγού λαμβάνεται στο 1,06μ. η δε πορεία των οπτικών ακτίνων από τον οφθαλμό πρέπει να εξασφαλίζεται ανεμπόδιστη μέσα στον οδικό και τον παρόδιο χώρο της ζώνης απαλλοτρίωσης. Ως εμπόδια (οπτικά) θεωρούνται, τα βάθρα γεφυρών, οι τοίχοι αντιστήριξης, οι πινακίδες σήμανσης, οι φυτεύσεις, τα στηθαία ασφαλείας, τα πρανή ορυγμάτων, το φυσικό ανάγλυφο του εδάφους, κτίσματα εν γένει κ.λπ.
- Η παρ. 1β του άρθρου 5 του β.δ. 465/1970, που αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του π.δ. 401/1993, αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Σε αποστάσεις μικρότερες των οριζομένων στον παρακάτω πίνακα, για τις περιπτώσεις πρατηρίων επί οδών όλων των κατηγοριών, από του σημείου συνάντησης των αξόνων της οδού επί της οποίας ιδρύεται το πρατήριο και άλλης οδού, ή από της συνάντησης της οδού με σιδηροδρομική γραμμή, ή από της αρχής ή του πέρατος της διάταξης κυκλοφοριακής σύνδεσης σταθμών διοδίων και πλατυσμάτων στάθμευσης (parking).Σε περίπτωση διαμόρφωσης ισόπεδων ή ανισόπεδων κόμβων, οι αποστάσεις ισχύουν για τις δυο πλευρές της οδού και υπολογίζονται από το σημείο της οδού που αλλάζει η διατομή της για τη διαμόρφωση του κόμβου.
Οι αποστάσεις από συμβολές με οδούς στις οποίες επιτρέπονται μόνον ομόρροπες κινήσεις και απαγορεύονται με διαχωριστική γραμμή ή νησίδα ή κατακόρυφη σήμανση οι αριστερές στροφές, υπολογίζονται μόνον στην κατεύθυνση της οδού που βρίσκεται η συμβάλλουσα οδός.
Κατηγορία οδού επί της οποίας ιδρύεται το πρατήριο Εκτός εγκεκριμένου σχεδίου Εκτός Οικισμών 1 2 α. Πρωτεύον Εθνικόα. Πρωτεύον Εθνικό 200 β. Δευτερεύον Εθνικό 200 γ. Τριτεύον Εθνικό 150 δ. Εθνικό Νήσων (πλήν Εύβοιας – Κρήτης – Ρόδου Κέρκυρας) 150 ε. Παράπλευροι οδών ταχείας κυκλοφορίας και αυτοκινητοδρόμων ή γενικώς παράπλευροι πλάτους μεγαλύτερου των 7 μέτρων. 150 στ. Πρωτεύον Επαρχιακό 150 ζ. Δευτερεύον Επαρχιακό 100 η. Επαρχιακό Νήσων (πλην Εύβοιας – Κρήτης – Ρόδου Κέρκυρας). 70 θ. Παράπλευροι δρόμοι πλάτους ίσου ή μικρότερου των 7 μέτρων. 70 ι. Δημοτικό ή Κοινοτικό 70 Η στήλη 2 δεν έχει εφαρμογή για την περίπτωση που οι συμβάλλουσα οδός είναι δημοτική ή κοινοτική (πλην των κυρίων) και:
α. Εξυπηρετεί τριάντα (30) το πολύ ιδιοκτησίες μέχρι βάθους 500μ. από του σημείου τομής των αξόνων ή
β. έχει πλάτος μικρότερο ή ίσο των 5,50μ. ανεξαρτήτως του μήκους της ή των ιδιοκτησιών που εξυπηρετεί ή
γ. είναι αδιέξοδος ανεξαρτήτως του μήκους και του πλάτους της ή
δ. ο κυκλοφοριακός της φόρτος, όπως προκύπτει από μετρήσεις της εκάστοτε αρμόδιας Υπηρεσίας δεν υπερβαίνει τα (480) τετρακόσια ογδόντα οχήματα ανά 24ώρο.Εφ’ όσον πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις και δεν εφαρμόζονται οι αποστάσεις της στήλης 2, η διαμόρφωση της κυκλοφοριακής σύνδεσης (αρχή λωρίδας επιβράδυνσης ή τέλος λωρίδας επιτάχυνσης) θα πρέπει να απέχει οχτώ (8) μέτρα από τον άξονα της συμβάλλουσας οδού και πάντως η απόσταση του άξονα της συμβάλλουσας οδού δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 50 μ από το άκρο της κάτω βάσης της κεντρικής νησίδας που βρίσκεται πλησιέστερα στη συμβολή.
- Η περίπτωση ε της παρ. α του άρθρου 2 του π.δ. 327/1992 (Α΄ 163) καταργείται και επαναφέρεται σε ισχύ η παρ. 1γ του άρθρου 5 του β.δ. 465/1970, αναδιατυπούμενη ως εξής:
«1γ. Όταν η απόσταση ενός πρατηρίου από άλλο εκτός ορίων εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων που βρίσκεται στην ίδια πλευρά της οδού, είναι μικρότερη:
αα. των 10.000 μέτρων για την περίπτωση εθνικών οδών του βασικού δικτύου της χώρας,
ββ. των 3.000 μέτρων για την περίπτωση εθνικών οδών δευτερεύοντος και τριτεύοντος δικτύου της χώρας, επαρχιακών οδών και παραπλεύρων οδών (Service Roads − SR) που δημιουργούνται σε κύριες οδικές αρτηρίες του βασικού δικτύου της χώρας,
γγ. των 500 μέτρων για την περίπτωση δημοτικών ή κοινοτικών οδών και παραπλεύρων οδών του δευτερεύοντος και τριτεύοντος εθνικού καθώς και του επαρχιακού δικτύου της χώρας.Δεν υπάρχει θέμα ελάχιστης απόστασης μεταξύ πρατηρίων όταν αυτά χωρίζονται από εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο ή από νομίμως υφιστάμενο οικισμό στην ίδια πλευρά της οδού ή όταν το ένα εξ αυτών βρίσκεται μέσα στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο ή σε νομίμως υφιστάμενο οικισμό».
- Η παρ. 1ε του άρθρου 5 του β.δ. 465/1970, που τροποποιήθηκε και αναριθμήθηκε σε 1δ με το άρθρο 3, παρ. 4 του π.δ. 143/1989, αντικαθίσταται ως εξής:
«1δ. Όταν η απόσταση πρατηρίου από του άκρου τεχνικού έργου της οδού, το οποίο τεχνικό έργο δεν δύναται να διαπλατυνθεί, είναι μικρότερη των κατωτέρω ελαχίστων αποστάσεων, όπως αυτές ορίζονται στον παρακάτω πίνακα:
Κατηγορία οδού επί της οποίας ιδρύεται το πρατήριο Εκτός εγκεκριμένου σχεδίου Εκτός Οικισμών 1 2 α. Πρωτεύον Εθνικόα. Πρωτεύον Εθνικό 200 β. Δευτερεύον Εθνικό 200 γ. Τριτεύον Εθνικό 100 δ. Εθνικό Νήσων (πλήν Εύβοιας – Κρήτης – Ρόδου Κέρκυρας) 100 ε. Παράπλευροι οδών ταχείας κυκλοφορίας και αυτοκινητοδρόμων ή γενικώς παράπλευροι πλάτους μεγαλύτερου των 7 μέτρων. 100 στ. Πρωτεύον Επαρχιακό 100 ζ. Δευτερεύον Επαρχιακό 100 η. Επαρχιακό Νήσων (πλην Εύβοιας – Κρήτης – Ρόδου Κέρκυρας). 100 θ. Παράπλευροι δρόμοι πλάτους ίσου ή μικρότερου των 7 μέτρων. 100 ι. Δημοτικό ή Κοινοτικό 50 Όταν κατά την κρίση της αρμόδιας για την οδό Υπηρεσίας, η διαπλάτυνση είναι δυνατή, τότε η σχετική δαπάνη κατασκευής της βαρύνει τον πρατηριούχο.
- Στο άρθρο 5 του β.δ. 465/1970 προστίθεται παράγραφος 1 ε.
«1 ε. Σε αποστάσεις μικρότερες των 200μ, 150μ, 100μ, 70μ, για τις περιπτώσεις πρατηρίων ή εγκαταστάσεων, που ιδρύονται σε Βασικό Εθνικό, Δευτερεύον Εθνικό, Τριτεύον Εθνικό, Επαρχιακό Οδικό δίκτυο και παραπλεύρους αντίστοιχα, από άλλη εγκεκριμένη εν ισχύ κυκλοφοριακή σύνδεση. Η απόσταση νοείται μεταξύ των άκρων πέρατος και αρχής της κυκλοφοριακής διαμόρφωσης των δύο συνδέσεων.Για γήπεδα που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου αυτής αλλά πληρούν όλες τις υπόλοιπες, θα εγκρίνεται Κοινή Κυκλοφοριακή Σύνδεση (ΚΚΣ), όταν:
α. υπάρχει επαρκές εύρος απαλλοτρίωσης για τη διαμόρφωση ΚΚΣ είτε
β. δεν υπάρχει επαρκές εύρος απαλλοτρίωσης, αλλά υπάρχει συναίνεση των ιδιοκτητών όλων των εμπλεκομένων γηπέδων, παρεχόμενη με συμβολαιογραφικό έγγραφο, είτε
γ. έχει ακολουθηθεί η διαδικασία που περιγράφεται στο άρθρο 7 παρ.1 του β.δ. 465/1970.Η Κ Κ Σ έχει κοινή είσοδο και έξοδο οχημάτων.
Η κεντρική νησίδα πρασιάς θα διαμορφώνεται μπροστά από όλα τα γήπεδα που αφορά, σύμφωνα με υποδείξεις της Υπηρεσίας. Ο δεύτερος εγκαθιστών υποχρεούται να εκτελέσει με δαπάνες του όλες τις εργασίες προσαρμογής της υφισταμένης ήδη σύνδεσης, ώστε να περιληφθεί σ’ αυτή και η νέα εγκατάσταση.
- Οι περιπτώσεις 2 (β), 2 (δ) και 2 (ζ) του άρθρου 5 του β.δ. 465/1970, όπως αντικαταστάθηκαν με το π.δ. 143/1989 και οι περιπτώσεις 2 (ε) και 2 (στ) του ιδίου άρθρου, τροποποιούνται ως εξής:
«2. β) σε θέσεις που απέχουν, από το πλησιέστερο σημείο του κτιρίου εκκλησιών, νοσοκομείων, κλινικών, ασύλων ανιάτων, γηροκομείων, οίκων ευγηρίας και εκπαιδευτηρίων, ανεξαρτήτως αριθμού ατόμων, καθώς και κινηματογράφων ή θεάτρων, καταστημάτων και άλλων χώρων συγκέντρωσης κοινού των οποίων η χωρητικότητα ξεπερνά τα 50 άτομα, απόσταση μικρότερη από 200 (διακόσια) μέτρα μετρούμενη προς πάσα κατεύθυνση (ακτινικά και επί οριζόντιου επιπέδου προβολής) από το κέντρο της νησίδας των αντλιών ή των φρεατίων της δεξαμενής καυσίμου ή της προβολής του στομίου του σωλήνα εξαερώσεως.Για την εφαρμογή του παρόντος, ο υπολογισμός των ατόμων θα γίνεται κατά περίπτωση σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 και 10 του π.δ. 71/1988 (Α΄ 32) όπως ισχύει κάθε φορά».
«2. δ) Επί των εθνικών οδών του βασικού δικτύου όπου η ελάχιστη απόσταση μεταξύ πρατηρίων ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1(γ) του παρόντος άρθρου σε 10.000 μ. επιτρέπεται, μετά την ίδρυση σύμφωνα με το παρόν ενός (του πρώτου) πρατηρίου, η ίδρυση και άλλων πρατηρίων και προς τις δύο πλευρές αυτού σε συνεχόμενα οικόπεδα που έχουν ελάχιστη πρόσοψη στην οδό 80μ., ώστε να δημιουργηθεί ομάδα πρατηρίων που να εκτείνονται 500μ. το πολύ πριν ή και μετά το αρχικό.
Η ομάδα των πρατηρίων πρέπει να έχει κοινή σύνδεση με την οδό, δηλαδή κοινή είσοδο και έξοδο κατά στάδιο ανάπτυξής της. Η κεντρική νησίδα πρασιάς επεκτείνεται στην περίπτωση αυτή υποχρεωτικώς μπροστά από όλα τα πρατήρια. Κάθε νέα κατασκευή πρατηρίου σε μία ομάδα πρατηρίων, συνεπάγεται την οικονομική επιβάρυνση αυτού που την πραγματοποιεί, για την εκτέλεση των απαιτούμενων εργασιών τροποποίησης της σύνδεσης με την οδό για την εξυπηρέτηση ολόκληρης της ομάδας των πρατηρίων, με τη νέα της μορφή».
«2. ε) Σε διαμπερές οικόπεδο, που έχει πρόσοψη επί δύο οδών επιτρέπεται η κυκλοφοριακή σύνδεση και η λειτουργία του πρατηρίου επί αμφοτέρων των οδών και εφαρμόζεται για κάθε οδό το αντίστοιχο υπόδειγμα κυκλοφοριακής σύνδεσης, (εφόσον διασφαλίζεται στην περίπτωση αυτή, λαμβάνοντας τα απαραίτητα κατά την κρίση της υπηρεσίας που έχει την ευθύνη για τις οδούς μέτρα, ότι το πρατήριο δεν λειτουργεί ως άτυπος κόμβος). Στην περίπτωση αυτή οι διατάξεις για τις ελάχιστες αποστάσεις οικοδομικών γραμμών, όπως και αυτές περί ελαχίστων αποστάσεων των πρατηρίων, εφαρμόζονται και για τις δύο οδούς».
«2. στ) Γενικώς σε όλα τα πρατήρια επιβάλλεται η περίφραξη όλων των πλευρών του γηπέδου, εκτός της προσόψεως, τηρουμένων των πολεοδομικών διατάξεων, προς παρεμπόδιση της εισόδου στην οδό και εξόδου από αυτήν των οχημάτων μέσω του χώρου του πρατηρίου».
«2. ζ) Επί των εθνικών οδών του δευτερεύοντος και τριτεύοντος δικτύου καθώς και του επαρχιακού δικτύου, όπου η ελάχιστη απόσταση μεταξύ πρατηρίων ορίζεται, σύμφωνα με την παρ. 1(γ) του παρόντος άρθρου, σε 3.000 μ., επιτρέπεται, μετά την ίδρυση σύμφωνα με το παρόν ενός (του πρώτου) πρατηρίου, η ίδρυση και άλλων πρατηρίων και προς τις δύο πλευρές αυτού σε συνεχόμενα οικόπεδα που έχουν ελαχίστη πρόσοψη στην οδό 50 μ., ή 40 μ., αντίστοιχα, ώστε να δημιουργηθεί ομάδα πρατηρίων που να εκτείνονται 500 μ., το πολύ πριν ή και μετά το αρχικό. Η ομάδα αυτή πρέπει να έχει κοινή σύνδεση με την οδό, δηλαδή κοινή είσοδο και έξοδο κατά στάδιο ανάπτυξής της. Η κεντρική νησίδα πρασιάς, επεκτείνεται, στην περίπτωση αυτή, υποχρεωτικώς μπροστά από όλα τα πρατήρια. Κάθε νέα κατασκευή πρατηρίου σε μία ομάδα πρατηρίων, συνεπάγεται την οικονομική επιβάρυνση αυτού που την πραγματοποιεί, για την εκτέλεση των απαιτούμενων εργασιών τροποποίησής της σύνδεσης με την οδό για την εξυπηρέτηση ολόκληρης της ομάδας των πρατηρίων, με τη νέα της μορφή».
- Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του β.δ. 465/1970 προστίθεται εδάφιο η ως εξής:
«2. η) Σε απόσταση μικρότερη των 20 (είκοσι) μέτρων από αποθήκες εύφλεκτων ή εκρηκτικών υλών. Η απόσταση στην περίπτωση αυτή υπολογίζεται μεταξύ του κέντρου της νησίδας των αντλιών ή του φρεατίου των δεξαμενών ή της προβολής του στομίου του σωλήνα εξαέρωσης και του πλησιέστερου ανοίγματος του περιμετρικού τοίχου του κτιρίου της αποθήκης. Σε κάθε περίπτωση εξακολουθεί η τήρηση των λοιπών διατάξεων περί αποθήκευσης εκρηκτικών ».