Να εφαρμοστούν άμεσα τα μέτρα για τα καύσιμα ζητούν οι πρατηριούχοι
«Προτάσεις και διαπιστώσεις όπως αυτές που κάνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχουν διατυπωθεί πολλές φορές στο παρελθόν. Η ίδια η Επιτροπή έχει εκδώσει κανονιστικές παρεμβάσεις για την αγορά καυσίμων άλλες δύο φορές στο πρόσφατο παρελθόν, το 2007 και το 2008. Το πρόβλημα βρίσκεται όμως στην υλοποίηση των μέτρων. Είναι ενδεικτικό ότι ορισμένες από τις παρατηρήσεις που κάνει η Επιτροπή στην τελευταία της παρέμβαση είχαν γίνει και πριν από 5 χρόνια. Όμως δεν υπήρξε αποτέλεσμα. Αντίθετα όλο αυτό το διάστημα είδαμε να φουντώνει το λαθρεμπόριο και ο αθέμιτος ανταγωνισμός από τα κυκλώματα που εκμεταλλεύονται τα παράθυρα της νομοθεσίας και την απροθυμία ή αδυναμία του κράτους να ασκήσει τον ελεγκτικό / εποπτικό του ρόλο.»
Οι πρατηριούχοι υποστηρίζουν ότι η εγκατάσταση ολοκληρωμένων συστημάτων ελέγχου εισροών – εκροών όγκου καυσίμων σε όλη την φάση διακίνησης είναι η μόνη λύση για την πάταξη του λαθρεμπορίου.
Αναγκαία για να πέσουν οι τιμές των καυσίμων θεωρούν οι βενζινοπώλες και την εισήγηση της Επιτροπής «να θεσπιστεί η υποχρεωτική σύναψη γραπτών συμβάσεων μεταξύ εταιριών χονδρικής και λιανικής εμπορίας υγρών καυσίμων, στις οποίες θα αποτυπώνεται εκ των προτέρων, η πιστωτική πολιτική και η πολιτική παροχών και εκπτώσεων».
Παράλληλα οι πρατηριούχοι στην ανακοίνωση τους αφήνουν αιχμές για την εφαρμογή των μέτρων τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Δυστυχώς η αγορά καυσίμων δεν πάσχει από προτάσεις αλλά από την πρακτική εφαρμογή τους. Αυτό περιμένει ο κλάδος από τους κρατικούς φορείς και την κυβέρνηση.»
Θέσεις ΣΕΕΠΕ επί της γνωμοδότησης της επιτροπής ανταγωνισμού για τη λειτουργία του κλάδου πετρελαιοειδών
Ενημερωθήκαμε από δημοσιεύματα του Τύπου για το Δελτίο Τύπου της Επιτροπής Ανταγωνισμού της 25-10-2012 και διαπιστώνουμε ότι στη γνωμοδότηση προβλέπονται μια σειρά μέτρων στο στάδιο χονδρικής και λιανικής εμπορίας, με τα περισσότερα από τα οποία συμφωνούμε.
Ο Σύνδεσμός μας – από την ημέρα της σύστασής του – ήταν και είναι υπέρ της ελεύθερης αγοράς και υπέρ οποιουδήποτε μέτρου, που ενισχύει τον υγιή ανταγωνισμό, πάντα με την προϋπόθεση ίσων ευκαιριών προς όλους, αλλά με αυστηρή και αποτελεσματική αντιμετώπιση κάθε παρανομίας στον Κλάδο (βλ. λαθρεμπόριο καυσίμων).
Βασικός παράγοντας για την ύπαρξη υγιούς ανταγωνισμού, αλλά και εξασφάλισης της ομαλής διακίνησης των καυσίμων, όπως άλλωστε προβλέπεται και στο άρθρο 2 του ν.3054/2002, είναι η διατήρηση των προϋποθέσεων διοικητικής αδειοδοτήσεως για την εμπορία πετρελαιοειδών, δεδομένου ότι «… συντρέχουν προς τούτο λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, και κυρίως η προστασία της εθνικής ασφάλειας, η διασφάλιση της ενεργειακής τροφοδοσίας, της ασφαλούς λειτουργίας της αδειοδοτούμενης δραστηριότητας και της αποδοτικής λειτουργίας της αγοράς εν γένει προς όφελος των καταναλωτών, η προστασία του περιβάλλοντος, η υλοποίηση του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας, καθώς και η καταπολέμηση φαινομένων λαθρεμπορίας, νοθείας και φοροδιαφυγής, ενώ πληρούνται και η αρχή της αναλογικότητας, αφού η διατήρηση της προηγούμενης διοικητικής άδειας είναι πρόσφορη, αναγκαία και τελεί σε εύλογη αναλογία προς τους επιδιωκόμενους αυτούς σκοπούς» (επιστολή Επιτροπής Ανταγωνισμού προς Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής 18/9/2012).
Συγκεκριμένα για τα μέτρα που προτείνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού για το στάδιο χονδρικής εμπορίας, ενώ συμφωνούμε με τα περισσότερα, θεωρούμε ότι με τα μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 7, 12 και 13 σχετικά με τη διευκόλυνση, σε επίπεδο προϋποθέσεων διοικητικής αδειοδότησης, τόσο στο μετοχικό κεφάλαιο όσο και στους αποθηκευτικούς χώρους, δεν διασφαλίζεται η ασφαλής και αποδοτική λειτουργία της αγοράς, προς όφελος των καταναλωτών, καθώς και η καταπολέμηση των φαινομένων λαθρεμπορίας, νοθείας και φοροδιαφυγής.
Με τις προτεινόμενες αλλαγές το Δημόσιο οδηγείται σε απώλεια κάθε δυνατότητας:
- ελέγχου της αγοράς
- εξασφάλισης των εσόδων
- απόδοσης ευθυνών
ενώ παράλληλα με βεβαιότητα οδηγεί την αγορά:
- σε περαιτέρω στρέβλωση του ανταγωνισμού, και
- κατά συνέπεια σε ακόμα μεγαλύτερη επιβάρυνση του Δημοσίου και κατ’ επέκταση των καταναλωτών.
Πιστεύουμε ότι κοινός στόχος, τόσο του Δημόσιου όσο και των φορέων της αγοράς, οφείλει να είναι η δραστηριοποίηση στον τομέα των πετρελαιοειδών, αξιόπιστων και φερέγγυων επιχειρήσεων.
Θεωρούμε χρήσιμο να υπενθυμίσουμε τα τεράστια προβλήματα που δημιουργήθηκαν, όχι μόνο στον Κλάδο μας σε γειτονικό Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στον κλάδο εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας, όπου επετράπη να δραστηριοποιηθούν εταιρίες με μηδαμινό κεφάλαιο και χωρίς ουσιαστικές προϋποθέσεις, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τα γνωστά προβλήματα και το Κράτος να αναζητά τώρα –ματαίως – τα ποσά με τα οποία ζημιώθηκε.
Προτείνουμε λοιπόν στους αρμόδιους Υπουργούς, οι οποίοι, παρά το τεράστιο κοινωνικό κόστος, πήραν την πρωτοβουλία να προχωρήσουν στην εξυγίανση της αγοράς, να μην την ακυρώσουν θεσμοθετώντας τα παραπάνω αναφερθέντα μέτρα.
Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η άρση των περιορισμών δεν επιτυγχάνεται με τη χορήγηση Αδειών Εμπορίας σε τρίτους άνευ όρων και προϋποθέσεων και χωρίς οικονομική επιφάνεια και εχέγγυα. Η άρση των εμποδίων επιτυγχάνεται με την άμεση επίλυση των κυρίαρχων διαρθρωτικών και δομικών προβλημάτων του Κλάδου όπως:
- Η άμεση – χωρίς καθυστερήσεις εφαρμογή των νόμων για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου και όλων των παρανομιών στον Κλάδο των Πετρελαιοειδών.
- Η ουσιαστική και αποτελεσματική λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών.
- Η δημιουργία και λειτουργία άνευ καθυστερήσεων του Κεντρικού Φορέα Διαχείρισης Αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης.
- Η απλούστευση των διαδικασιών και κατάργηση της περιττής γραφειοκρατίας για δημιουργία ή εκσυγχρονισμό των υποδομών στις εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών.
- Η εφαρμογή αυτών των διαρθρωτικών μέτρων είναι που θα ανοίξει την αγορά.
- Η κατάργηση και χαλάρωση των προϋποθέσεων θα επιφέρουν μόνο έξαρση των παρανομιών και στρέβλωση του υγιούς ανταγωνισμού!