Χρήσιμα Τηλέφωνα & Πληροφορίες
Το μεγάλο στοίχημα της επιστροφής των καταθέσεων

Το μεγάλο στοίχημα της επιστροφής των καταθέσεων

Διαφήμιση

Η επιστροφή μέρους των 20 δισ. ευρώ, που εκτιμάται ότι παραμένουν σε θυρίδες και στρώματα, αποτελεί το μεγάλο στοίχημα των τραπεζών για το δεύτερο εξάμηνο. Οι τράπεζες γνωρίζουν ότι τα χρήματα αυτά δεν πρόκειται να επιστρέψουν από την μια μέρα στην άλλη, πολύ περισσότερο που παραμένουν σε ισχύ οι αυστηρότατοι κεφαλαιακοί περιορισμοί, ωστόσο αισιοδοξούν ότι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη και θα βοηθήσει την παγίωση της αίσθησης ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για τη σταδιακή επιστροφή των καταθέσεων.

Η χαμένη ευκαιρία

Στελέχη τραπεζών σημειώνουν στην «Κ» ότι το 2016, μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, σημειώθηκε αύξηση καταθέσεων κατά 4,2 δισ. ευρώ, βελτίωση που χάθηκε στον νέο γύρο «διαπραγματεύσεων» και καθυστερήσεων για τη δεύτερη αξιολόγηση. Αλλη μία ευκαιρία που θυσιάστηκε στον βωμό της μικροπολιτικής. Οι τράπεζες εκτιμούν ότι και τώρα η βελτίωση της εμπιστοσύνης και του κλίματος που φέρνει η δεύτερη αξιολόγηση θα οδηγήσει σε αύξηση καταθέσεων. Υπογραμμίζουν ότι η δεύτερη αξιολόγηση που συνδέεται με μια νέα ευρύτερη συμφωνία αποτελεί κομβικό σημείο, καθώς φαίνεται ότι οδηγεί στην πλήρη υιοθέτηση του προγράμματος από την κυβέρνηση. Αλλωστε, η ανακούφιση του χρέους θα γίνει μόνο εφόσον η κυβέρνηση εφαρμόσει πλήρως τη νέα συμφωνία. Επιπλέον, περιλαμβάνει μέτρα που διασφαλίζουν την επίτευξη των μακροοικονομικών στόχων σε βάθος χρόνου. Ολα αυτά διαμορφώνουν νέο πλαίσιο και δημιουργούν αισιοδοξία ότι οι πιθανότητες νέου εκτροχιασμού του προγράμματος είναι μικρές.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, οι τράπεζες εκτιμούν ότι το 2017 οι καταθέσεις στο σύνολό τους μπορεί να ενισχυθούν κατά περίπου 8 δισ. ευρώ και να ανέλθουν στα 140 δισ. ευρώ, το 2018 να ξεπεράσουν τα 150 δισ. ευρώ, το 2019 να υπερβούν τα 160 δισ. ευρώ και το 2020 να ανέλθουν σε 175 δισ. ευρώ.

Μείωση εξάρτησης από ELA

Οι συνθήκες ρευστότητας για τις εγχώριες τράπεζες έχουν ήδη βελτιωθεί, όπως καταγράφεται από τη σημαντική μείωση της χρηματοδότησης των συστημικών τραπεζών από τον έκτακτο μηχανισμό ρευστότητας (ELA), που στο τέλος Μαρτίου περιορίστηκε στα 41 δισ. από 65,1 δισ. ευρώ το 2016. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, στο τέλος Μαΐου η συνολική εξάρτηση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος από τον ELA περιορίστηκε περαιτέρω στα 40,7 δισ. από 42,1 δισ. ευρώ τον Απρίλιο. Η βελτίωση της ρευστότητας, παρά τη μείωση των καταθέσεων στο ξεκίνημα του 2017, είναι αποτέλεσμα της ενίσχυσης των συναλλαγών στη διατραπεζική αγορά (repos), καθώς οι εγχώριες τράπεζες άντλησαν ρευστότητα χρησιμοποιώντας ως εγγυήσεις έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου τα οποία μέχρι τώρα δεν γίνονταν αποδεκτά, ένδειξη ότι η χώρα σταδιακά επιστρέφει στην κανονικότητα.

Η μείωση της εξάρτησης από τον ELA αποτελεί άμεση προτεραιότητα για τις διοικήσεις των τραπεζών. Ο ELA, εκτός από τo υψηλό κόστος, επιβαρύνει με πάνω από 400 εκατ. ευρώ ετησίως το τραπεζικό σύστημα, αποτελεί στοιχείο αδυναμίας καθώς πρόκειται για την ύστατη πηγή άντλησης ρευστότητας. Οι εγχώριες τράπεζες αντλούν ELA λόγω αδυναμίας άντλησης της απαιτούμενης ρευστότητας από «κανονικές» πηγές (καταθέσεις, διατραπεζική, ομολογιακές εκδόσεις), ενώ δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να αντλήσουν ρευστότητα από την ΕΚΤ. Οι τράπεζες εκτιμούν ότι θα μπορέσουν να μηδενίσουν τη χρηματοδότησή τους μέσω ELA μέχρι το τέλος του 2018, και ορισμένες ακόμα νωρίτερα, υπό την προϋπόθεση επανόδου της οικονομίας σε θετικό κύκλο.

Έντυπη Καθημερινή

Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων