«Ανώμαλη» κατάσταση για την Ελλάδα ο ΕΦΚ σε πρώτη ύλη
Με κοινό βηματισμό και πνεύμα στενής συνεργασίας, Ελλάδα και Κύπρος παρουσίασαν στην διεθνή ημερίδα της Δεξαμενής Σκέψης Hellenic Association for Energy Economics (ΗΑΕΕ) την Πέμπτη 19.10.2017 που έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τις θέσεις τους σε ότι αφορά τα πλεονεκτήματα του φυσικού αερίου και τις μεθόδους αξιοποίησής του, με ιδιαίτερη έμφαση στην ολοκλήρωση της ενσωμάτωσης στο ευρωπαϊκό ενεργειακό περιβάλλον. Οι βασικοί ομιλητές Μαρία Σπυράκη, ευρωβουλευτής και εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας και Νικόλας Παπαδόπουλος, υποψήφιος του ΔΗ.ΚΟ. για το αξίωμα του Προέδρου στις επικείμενες εκλογές της Κύπρου, υπογράμμισαν την αναγκαιότητα επέκτασης της χρήσης του φυσικού αερίου και την προώθηση του από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου προς την Ευρώπη, με τη συνεργασία της Ελλάδας και της Κύπρου και μέσω των γνωστών προγραμμάτων που χαίρουν στήριξης από την Κομισιόν, όπως ο αγωγός East Med και ο σταθμός LNG στην Αλεξανδρούπολη.
Το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που φορολογεί με ειδικό φόρο κατανάλωσης τη χρήση του φυσικού αερίου ως πρώτη ύλη και όχι ως καύσιμο, ήταν και το κύριο μήνυμα που απευθύνθηκε προς την κοινοτική πλευρά. Ο εν λόγω ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβλήθηκε αποκλειστικά και μόνο πάνω στη χρήση του φυσικού αερίου και όχι των λοιπών ενεργειακών πόρων, αντίκειται στις αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού που πρεσβεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση, τη στιγμή μάλιστα που η χώρα προσπαθεί να υποβοηθήσει την οικονομία της με την ανάπτυξη και τον εξορθολογισμό του βιομηχανικού της ιστού. Η λεπτομερής παράθεση του μοναδικού για την Ευρώπη ελληνικού αυτού προβλήματος πραγματοποιήθηκε μέσω της παρουσίασης της μελέτης “Η Επιβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο Φυσικό Αέριο όταν χρησιμοποιείται ως Πρώτη Ύλη” από τον Φίλιππο Ιωαννίδη, υποψήφιο διδάκτωρ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης αναλύθηκε σε βάθος το οικονομικό και νομοτεχνικό σκέλος του προβλήματος αυτού που δημιουργεί προϋποθέσεις αθέμιτου ανταγωνισμού σε βάρος της Ελληνικής οικονομίας.
Ο κ. Ιωαννίδης επεσήμανε ότι η φορολόγηση του φυσικού αερίου στις βιομηχανικές χρήσεις ως πρώτη ύλη δημιουργεί επιπλέον εμπόδια και πιέσεις επί της σκληρά δοκιμαζομένης ελληνικής οικονομίας την περίοδο της κρίσης και δεν της επιτρέπει να ανορθωθεί. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε πως από το 2010 μέχρι το 2015 η οικονομική δραστηριότητα στον κλάδο της βιομηχανίας υπέστη δραστική συρρίκνωση της τάξεως του 27%. Ο συγκεκριμένος φόρος που υπεβλήθη το 2011, χωρίς καν να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του κλάδου, ανέφερε, έρχεται σε αντίθεση με την κοινοτική Οδηγία 2003/96/ΕΚ και υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας αυξάνοντας σημαντικά το κόστος παραγωγής.
Σύμφωνα με την ανωτέρω μελέτη, ο παγκόσμιος δείκτης ανταγωνιστικότητας που ανακοινώθηκε πρόσφατα από το World Economic Forum αναφέρει ότι η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία από σκοπιάς ανταγωνιστικότητας συγκριτικά με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 87η στον κόσμο ανάμεσα σε 138 χώρες. Την ίδια στιγμή οι βιομηχανικοί καταναλωτές στην Ελλάδα πληρώνουν 19% ακριβότερα από το μέσο όρο της Ευρώπης την τιμή αγοράς του φυσικού αερίου. Σύμφωνα με την έρευνα ο κυριότερος λόγος για τον οποίο η Ελλάδα βρίσκεται τόσο χαμηλά στην κατάταξη είναι το ύψος των φορολογικών συντελεστών το οποίο λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα και ταυτόχρονα αποτρέπει τις νέες επενδύσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της σχετικής στρέβλωσης στην αγορά, αποτελεί η περίπτωση της χρήσης φυσικού αερίου στην παραγωγή λιπασμάτων. Δεδομένου ότι το φυσικό αέριο χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή της αμμωνίας, υπολογίζεται πως για το διάστημα 2011-2016 η ελληνική βιομηχανία λιπασμάτων επιβαρύνθηκε με πάνω από 40 εκατομμύρια ευρώ λόγω της επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Επίσης, παραλογισμό αποτελεί το γεγονός ότι επελέγη να φορολογηθεί μόνο η κατανάλωση του φυσικού αερίου, παρόλο που αποτελεί το πλέον φιλικότερο προς το περιβάλλον ενεργειακό πόρο για την παραγωγή αμμωνίας. Η βιομηχανία ελληνικών λιπασμάτων που χρησιμοποιεί φυσικό αέριο αδυνατεί λόγω φορολογίας να ανταγωνιστεί τις ομοειδείς ευρωπαϊκές βιομηχανίες που δεν υφίστανται την ίδια φορολογική επιβάρυνση.
Σε συζήτηση που ακολούθησε υπό τη διεύθυνση του καθηγητή του πανεπιστημίου ESCP Europe Business School του Λονδίνου και προέδρου της ΗΑΕΕ Δρ. Κώστα Ανδριοσόπουλου, ο Παναγιώτης Σκαρλάτος, Γενικός Διευθυντής της Ελληνικής Ένωσης Χημικών Βιομηχανιών συμφώνησε με τις ανωτέρω διαπιστώσεις και τάχθηκε υπέρ του αιτήματος κατάργησης της σχετικής φορολογίας στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη. Στην συνέχεια ο Michal Wendolowski Διευθυντής στο τμήμα αγοράς της FertilizersEurope, συντάχθηκε απόλυτα με το αίτημα της ελληνικής βιομηχανίας για κατάργηση του σχετικού φόρου και υπενθύμισε ότι ο κλάδος της παραγωγής αμμωνίας αποτελεί έναν από τους βασικούς που προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση έναντι της διαρροής άνθρακα (Carbon leakage). Επιπρόσθετα, τόνισε ότι το 60% της παραγωγής αμμωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση βασίζεται στη χρήση του φυσικού αερίου, ενώ τα περισσότερα από τα 36 ευρωπαϊκά εργοστάσια με τα οποία πρέπει να ανταγωνιστεί η ελληνική βιομηχανία λιπασμάτων χρησιμοποιούν φυσικό αέριο χωρίς να πληρώνουν τον εν λόγω ειδικό φόρο κατανάλωσης. Είναι άδικο να επιβαρύνεται το φυσικό αέριο στην Ελλάδα με τον τρόπο αυτό, υπογράμμισε.
Από την πλευρά του ο Ashutosh Shastri, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Global Gas Centre – World Energy Council, χαρακτήρισε ως “ανώμαλη” τη συγκεκριμένη κατάσταση στην Ελλάδα, διότι η υψηλή φορολογία στην κατανάλωση του φυσικού αερίου στα λιπάσματα έχει καταστρεπτικά αποτελέσματα στην εν λόγω αγορά εξαιτίας του αθέμιτου ανταγωνισμού. Σημείωσε ότι το λίπασμα αποτελεί σημαντικό προϊόν που εμπλέκεται στη διατροφική αλυσίδα γι αυτό π.χ. στην Ινδία όπου υπάρχει έως και Υπουργός Λιπασμάτων, η τιμή του φυσικού αερίου για την παραγωγή λιπασμάτων επιδοτείται. Από νομικής πλευράς, ο Κωνσταντίνος Αδαμαντόπουλος, νομικός σύμβουλος στις Βρυξέλλες σε θέματα φορολογίας υπογράμμισε ότι πέραν της Ελλάδας όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες εξαιρούν το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη από την επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα αντιβαίνει στη βασική αρχή του ενωσιακού δικαίου που απαγορεύει τις αρνητικές διακρίσεις. Η επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη αντίκειται έτσι όχι μόνο στο γράμμα αλλά και στο πνεύμα της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ καθώς και στα άρθρα 107 και 110 της Συνθήκης για την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
πηγή: energypress.gr