Αναζητούν δίκτυο στην αγορά καυσίμων οι Ρώσοι της Jetoil
Έντονες διεργασίες και ζυμώσεις βρίσκονται σε εξέλιξη το τελευταίο διάστημα στην αγορά καυσίμων, καθώς η υπόθεση της Jetoil εξελίσσεται σε καταλύτη για σημαντικές αλλαγές στο τοπίο του κλάδου. Αν και ακόμη το δικαστήριο δεν έχει δώσει το “πράσινο φως” για την έγκριση του σχεδίου διάσωσης της Jetoil με την είσοδο της ρωσικών συμφερόντων Centracore ως στρατηγικού επενδυτή, εντούτοις οι Ρώσοι ενδιαφερόμενοι έχουν ήδη ξεκινήσει τις πρώτες κινήσεις τους, ξεκινώντας με τις εκκρεμείς υποχρεώσεις προς τους εργαζομένους της εταιρείας.
Την ίδια στιγμή, εντείνεται η φημολογία στην αγορά ότι οι νέοι μέτοχοι αναζητούν πιθανούς στόχους εξαγοράς ή συνεταίρους προκειμένου να καλύψουν το χαμένο έδαφος από τις απώλειες πρατηρίων και δικτύου τον τελευταίο χρόνο μετά την υποβολή του αιτήματος πτώχευσης της εταιρείας. Πληροφορίες που ενισχύονται και από τους υψηλούς στόχους που θέτει το business plan για πωλήσεις της τάξης του 1 εκατ. κυβικών, που ισοδυναμούν με μερίδιο της τάξης του 10%-12% της αγοράς.
Αυτήν τη στιγμή, ωστόσο, στην εταιρεία έχουν απομείνει λιγότερα από 35 πρατήρια, καθώς τους προηγούμενους μήνες τα καλύτερα πρατήρια του δικτύου της Jetoil μετακινήθηκαν σε ανταγωνίστριες εταιρείες.
Για να επιτευχθεί ο στόχος του μεριδίου αγοράς, η Jetoil χρειάζεται να αποκτήσει ένα δίκτυο της τάξης των 300-500 πρατηρίων. Βεβαίως, εκτός τον αριθμό των πρατηρίων, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που θα παίξουν ρόλο για μια τέτοια συμφωνία εξαγοράς ή συγχώνευσης, όπως τα κεφάλαια που είναι διατεθειμένοι να διαθέσουν για την ανάπτυξη της εταιρείας οι Ρώσοι, η κοινή εμπορική και εταιρική φιλοσοφία και, φυσικά, η στάση των μετόχων των άλλων εταιρειών της αγοράς να πουλήσουν ή να συνεργαστούν με τους νεοεισερχόμενους παίκτες. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του “Κ”, η αγορά δεν έχει δει κάποια επίσημη κίνηση της Centracore, ούτε έχει εισπράξει την εικόνα ότι έρχεται κάποιος νέος παίκτης στην αγορά έτοιμος να πληρώσει τίμημα “όσο-όσο”.
Εντούτοις, η αίσθηση που υπάρχει σε στελέχη του κλάδου είναι ότι “δεν θα προκαλούσε έκπληξη εάν αύριο το πρωί γινόταν επισήμως γνωστό ότι ξεκίνησαν συζητήσεις ή ότι έγινε κάποια εξαγορά”.
Εναλλακτικά, η Centracore θα μπορούσε να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη δικού της δικτύου από την αρχή, μια διαδικασία, ωστόσο, που θα πάρει πολύ χρόνο και ίσως χρειαστεί περισσότερα κεφάλαια.
Γεωπολιτικό ενδιαφέρον και εσωτερικές αντιδράσεις
Την ίδια στιγμή, η είσοδος μιας εταιρείας που έχει μεν την έδρα της στην Αυστρία, βασικοί της μέτοχοι ωστόσο είναι στελέχη που συνδέονται με τον ρωσικό πετρελαϊκό κολοσσό Rosneft, αποτελεί από μόνη της είδηση με ευρύτερο ενδιαφέρον και προεκτάσεις. Θυμίζουμε ότι η ελληνική ενεργειακή αγορά πάντα βρισκόταν στα ραντάρτου ενδιαφέροντος ρωσικών εταιρειών, χωρίς ωστόσο –πέραν, βεβαίως, της δραστηριότητας της Gazprom, η οποία πουλά φυσικό αέριο στη ΔΕΠΑ και σε άλλους πελάτες– να έχει προχωρήσει καμία μεγάλη ενεργειακή επένδυση ρωσικών συμφερόντων στη χώρα. Κατά καιρούς, μάλιστα, οι ρωσικές κινήσεις –όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων– έχουν επικριθεί ως αποφάσεις που υπαγορεύονται από πολιτικά και όχι οικονομικά κίνητρα. Ταυτόχρονα, η υπόθεση Jetoil βρέθηκε στα ραντάρ και της Γαλλίας και της πρόσφατης επίσκεψης Μακρόν, καθώς ένας από τους ανέγγυους πιστωτές είναι η Total, η οποία συνεργαζόταν με την Jetoil στα λιπαντικά, βγαίνοντας ζημιωμένη από τη συνεργασία κατά περίπου 15 εκατ. ευρώ. Εκτός, όμως, από τις διεθνείς προεκτάσεις, μέχρι στιγμής αντιρρήσεις έχουν εκφραστεί και από άλλους πιστωτές, όπως το Δημόσιο αλλά και τα Ελληνικά Πετρέλαια.
Εντούτοις, με βάση τα τωρινά δεδομένα, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να μπλοκαριστεί η ολοκλήρωση της συμφωνίας διάσωσης, κυρίως για δύο λόγους:
– Πρώτον, η κυβέρνηση δεν παραβλέπει το γεγονός ότι με την είσοδο του στρατηγικού επενδυτή διασώζονται 150 θέσεις εργασίας.
-Δεύτερον, δεν υπάρχει κανείς άλλος ενδιαφερόμενος και ούτε μπορεί εύκολα να “ισοφαριστεί” η προσφορά των 112 εκατ. ευρώ που δίνουν οι Ρώσοι.
ΙΟΒΕ: Συνεχίζονται οι πιέσεις, σημαντική μείωση της ρευστότητας των εταιρειών
Ο εξασθενημένος ανταγωνισμός και η συνεχιζόμενη αρνητική πορεία των οικονομικών μεγεθών του κλάδου πιθανόν να παίξουν ρόλο στις εξελίξεις γύρω από την Jetoil. Τα τελευταία χρόνια στην αγορά έχει καταγραφεί η προσπάθεια των εταιρειών διύλισης να αυξήσουν τα μερίδια αγοράς τους, με ιδιόκτητο δίκτυο, την ίδια στιγμή που οι μεσαίες εταιρείες του χώρου πήραν ανάσες, καθώς η σταθεροποίηση της κατανάλωσης αλλά και η πτώση των τιμών των καυσίμων βοήθησε και τους ισολογισμούς. Εντούτοις, ο κλάδος παραμένει πληγωμένος από την κρίση, ενώ αυτή καθαυτή η δραστηριότητα της πώλησης καυσίμων κίνησης παραμένει ζημιογόνος και τα κέρδη των εταιρειών προέρχονται από άλλες δραστηριότητες. Μάλιστα, την περασμένη χρονιά 4 εταιρείες κατέγραψαν αρνητικό περιθώριο κέρδους προ φόρων, ενώ υψηλότερα περιθώρια κέρδους εμφάνισαν οι εταιρείες που έχουν παρουσία στα λιπαντικά και τα αεροπορικά καύσιμα.
Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία του ΙΟΒΕ, τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους εμφάνισαν στην αγορά οι εταιρείες BP (8,8%), Shell & MOH Aviation (5,7%), LPC, δηλαδή η εταιρεία λιπαντικών της Motor Oil (3,9%), Coral (1,4%), Coral Gas (1,3%), Avinoil (0,8%), Elinoil (0,4%), ενώ αρνητικά περιθώρια είχαν ΕΚΟ (0,5%), Ρεβόιλ (-4,8%) και οριακά οι Aegean (0,01%) και ΕΤΕΚΑ (0,03%).
Όπως επισημαίνει η τελευταία έκθεση του ΙΟΒΕ, η ρευστότητα του κλάδου δέχεται πιέσεις: το βραχυπρόθεσμο παθητικό του κλάδου παρουσίασε το 2016 σημαντική αύξηση 22,8% (από 489 σε 601 εκατ. ευρώ), που, σε συνδυασμό με τη μικρή μείωση του κυκλοφορούντος ενεργητικού, οδήγησε σε μείωση κατά 12,2% του κεφαλαίου κίνησης του κλάδου από τα 775 στα 680 εκατ. ευρώ.
πηγή: Χάρη Φλουδόπουλου, capital.gr